Γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία ( της Ευανθίας γόνος, στιχηρό Εσπερινού) έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. Η Ανθία του έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθέριου τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.
Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».
Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε « κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.
Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μή « ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον».
Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στος Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.
Ο Αδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.
α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσία στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.
β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.
γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σάν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού.
Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα.
Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τί κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.
Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.
δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.
ε. Δεμένος σε ατίθασσα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυό ατίθασσα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.
Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.
Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. Το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα; Στη αρένα της τηλεόρασης βλέπουμε να ρίχνονται στα σαρκοβόρα θηρία που βρυχόνται με μανία και διψούν για ανθρώπινο αίμα και να καταδικάζονται με κατασκευασμένα στοιχεία αθώοι άνθρωποι γιατί πρέπει να προσφερθεί «θέαμα». Τον «άρτον», τις παχυλές δηλ. αμοιβές, τις απολαμβάνει όχι ο λαός, αλλά οι διάφοροι «δαιμόνιοι» ( κατάλληλη λέξη! Κατεχόμενοι απο δαιμονικό πνεύμα) δημοσιογράφοι, οι οποίοι φυσικά εκφράζουν τη φωνή και τα συμφέροντα του κυρίου τους.
Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στήν αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους ( έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως μέσα στην αρένα. Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. «Της ιεραρχίας την στολήν εφοίνιξας (έκανες κόκκινη) ταις ροαίς των αιμάτων σου» όπως ψάλλουμε στο δοξαστικό του Εσπερινού. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα (ιερέων ποδήρει κατακοσμούμενος) που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του ( και αιμάτων τοις ρείθροις επισταζόμενος) έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό (τω Δεσπότη σου Χριστώ μάκαρ ανέδραμες). Ο Ελευθέριος ως αδούλωτος στο νου, ενώ έβλεπε τα σπαθιά δεν υποδουλωνόταν στην πλάνη ( Ελευθέριος, ως αδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρών, ουκ εδουλούτο πλάνη) όπως λέει το δίστιχο του συναξαρίου.
Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.
Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων Πάτερ κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. Φροντίζεις Πάτερ τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία…
Σήμερα μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.
Ταις των σων αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος, καὶ αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατάν.  Διὸ μὴ παύςῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Φερωνύμῳ σου κλήσει καλλωπιζόμενος, ἐλευθερίαν παρέχεις καὶ ἀπολύτρωσιν, τοῖς προσκάμνουσι δεινῶς, ποικίλας θλίψεσιν, Ἐλευθέριε σοφέ, ἱερῶν καλλονή, Μαρτύρων ἡ ὡραιότης· διὸ μὴ παύσῃ βραβεύων, ἀναψυχὴν τοῖς σὲ γαιρέρουσι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς καλλονὴν τῶν ἱερέων Ὅσιε, καὶ προτροπὴν τῶν Ἀθλοφόρων ἅπαντες, εὐφημοῦμεν καὶ αἰτοῦμέν σε, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε· τοὺς πόθῳ σου τὴν μνήμην ἑορτάζοντας, κινδύνων πολυτρόπων ἐλευθέρωσον, πρεσβεύων ἀπαύστως, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς ἐλευθερίας τῆς ἐν Χριστῷ, τοῖς δεδουλωμένοις, χρηματίσας μυσταγωγός, κληρονόμος ὤφθης, Σιὼν τῆς ἐλευθέρας, ἀθλήσας Ἐλευθέριε, ὡς ἀσώματος.

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj-Eyr9qxB0KW-M1ntHR3pO_t1u2bqVcInpCd_nujsEuQ5Hpw9SAkb9Oa9aUUTHBxolUq9bIVyebTs7eDnxqHncc1kqKzrEm7VyshMijrng5t6rSbRezZ_x19Dp2WsgKARGgUqSwfptmVE/s1600/%CE%A3%CE%B5%CC%81%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%BA%CE%B1%CE%B9+%CE%92%CE%B1%CC%81%CE%BA%CF%87%CE%BF%CF%82.jpg

«Οι άγιοι έζησαν επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Και ο μεν Σέργιος ήταν Πριμικήριος, δηλαδή αρχηγός, της σχολής των Κιντιλίων, ο δε Βάκχος ήταν Σεκουνδικήριος, δηλαδή δεύτερος, της ίδιας σχολής. Εξαρχής μυήθηκαν στη χριστιανική πίστη και έμαθαν καλά τις θεόπνευστες Γραφές, γι’  αυτό και κατηγορήθηκαν ως χριστιανοί στον βασιλιά, ο οποίος τους διέταξε να προσφέρουν μαζί του θυσία στα είδωλα. Λόγω της άρνησής τους, τους αφαίρεσαν τις ζώνες και τα περιλαίμιά  τους, και τους φόρεσαν γυναικεία ενδύματα, περιφέροντάς τους με σίδερα στα πόδια στο κέντρο της πόλεως, προς διακωμώδηση και ύβρη, ενώ στη συνέχεια τους οδήγησαν στον ηγεμόνα Αντίοχο, στην πόλη των Ευφρατησίων. Καθώς πλησίαζαν, τους εμφανίστηκε άγγελος που τους  γέμισε από δύναμη και θάρρος, και ο μεν Βάκχος, αφού πρώτα κτυπήθηκε επί πολύ ώρα με ωμά νεύρα, μέσα σ’ αυτά τα βασανιστήρια παρέδωσε το πνεύμα, ο δε Σέργιος, αφού ανακρίθηκε με διαφόρους τρόπους, καθηλώθηκε στα πόδια σε σιδερένιες κρηπίδες, κι αφού αναγκάστηκε να τρέχει επί πολύ, έπειτα κλείστηκε στη φυλακή, και πάλι καθηλώθηκε στις ίδιες κρηπίδες, μέχρις ότου στο τέλος του έκοψαν το κεφάλι με ξίφος». 


Οι άγιοι Σέργιος και Βάκχος δεν ανήκουν απλώς στη χορεία των μαρτύρων της Εκκλησίας μας, αλλά στους μεγαλομάρτυρες αυτής. Στη βυζαντινή εποχή μάλιστα τιμώνταν ιδιαιτέρως, γι’  αυτό και ο Ιουστινιανός έκτισε μοναστήρι προς τιμή τους, που σήμερα – από τα σημαντικότερα σωζόμενα χριστιανικά μνημεία της πρώιμης βυζαντινής περιόδου – έχει το όνομα τέμενος Κιουτσούκ Αγιασοφιά, δηλαδή Μικρή Αγία Σοφία. Την αγιότητα και το μαρτύριό τους ευλαβήθηκαν, κατά τον υμνογράφο, και οι ουράνιες πύλες, οι οποίες άνοιξαν αμέσως χάριν των μαρτύρων, διότι το μαρτύριό τους χαριτώθηκε από τον ίδιο τον Κύριο, ενώ έτρεψε σε φυγή τις φάλαγγες των δαιμόνων. «Ανοίγονται τοις αθλοφόροις Μάρτυσιν αι πύλαι αι ουράνιαι, ευλαβούμεναι το πάθος το σεπτόν, το τη εκτιμήσει του Θεού ημών, χαριτωθέν, και φυγαδεύον δαιμόνων φάλαγγας». Αιτία βεβαίως για την ιδιαίτερη ευαρέσκεια του Θεού από το μαρτύριο των αγίων ήταν το κίνητρό τους: ο πόθος για τον Χριστό, ο οποίος τους έκανε να βδελύσσονται κάθε κοσμική δόξα και γοητεία, και να προσβλέπουν μόνον στον Κύριο, αθλούμενοι υπέρ Αυτού νομίμως, δηλαδή χωρίς να χάνουν καθόλου την αγάπη τους ακόμη και προς τους βασανιστές τους. «Νομίμως θεράποντες Χριστού αθλήσαι προελόμενοι, την φθειρομένην δόξαν και ρέουσαν, και κόσμον πάντα και κοσμοκράτορα, λογισμώ θεόφρονι, αθλοφόροι Μάρτυρες, εβδελύξασθε πόθω του κτίσαντος». 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEihdF49M8h9u5s1yAZ9ZZVjm4iRkJEBE9zIJgIRnYP1TsxzbUZVtBgDs2KKxQryDf865GXW8mRxOogMoixhKlTUboqK6dEYy3NRkuMsRwA7VB_Yh8cfu4o7DztdG22Zx5ErloyVGaSRgd0/s1600/%CE%A3%CE%B5%CC%81%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%BA%CE%B1%CE%B9+%CE%92%CE%B1%CC%81%CE%BA%CF%87%CE%BF%CF%82+%CE%BA%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CC%81%CF%81%CE%B7%CE%B4%CE%B5%CF%82.jpg

Εκείνο που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση από την υμνολογία των αγίων σήμερα, είναι ότι ο υμνογράφος όχι μία, αλλά πολλές φορές τονίζει τον μεταξύ των δύο αυτών αγίων σύνδεσμο, ο οποίος θεμελιωνόταν όχι στους δεσμούς αίματος – δεν ήταν φυσικά αδέλφια οι άγιοι – αλλά στην κοινή τους πίστη στον Χριστό. «Δαυιτικώς ανεβόων Σέργιος και Βάκχος οι μάρτυρες∙ Ιδού δη τι καλόν, ή τι τερπνόν, αλλ’  ή το κατοικείν Αδελφούς επί το αυτό; Ου δεσμούμενοι φύσεως σχέσει, αλλά πίστεως τρόπω». Με τον τρόπο του Δαυίδ φώναζαν δυνατά οι μάρτυρες Σέργιος και Βάκχος: Τι υπάρχει καλύτερο ή ωραιότερο, από το να κατοικούν αδελφοί στον ίδιο τόπο και με την ίδια γνώμη; Όχι γιατί ήταν ενωμένοι με φυσική σχέση, αλλά με την κοινή τους πίστη. Κι αλλού: «Ους γαρ η φύσις σαρκικούς αδελφούς ουκ εγνώρισε, τούτους η πίστις αδελφά φρονείν μέχρις αίματος κατηνάγκασεν». Αυτούς που η φύση δεν γνώρισε ως σαρκικούς αδελφούς, η πίστη τούς οδήγησε σαν από ανάγκη να έχουν αδελφικό φρόνημα μέχρι και το μαρτύριο. Κι αυτή η κοινή πίστη που τους έδενε σαν αδέλφια και παραπάνω από αδέλφια, οφείλετο βεβαίως στην παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα ζώντας στην καρδιά και την ύπαρξή τους τους έκανε να έχουν μία ψυχή και μία καρδιά:«ου φύσεως ακολουθία, αλλά πίστεως ενώσει του Αγίου Πνεύματος». 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg5pZEDNnrYYYCnC0cHe8UssVwds4WDEhU_1J0r6NZSRr-xDXMOwvjvwmOVY2VM4YeA0SuJrrZv8QpyoUnJp3SlU4CkH4fitA3N_zpyHGX2eXfz1f14MPuaZ-AgIHCy01obhCJtgQROpLQ/s1600/%CE%A3%CE%B5%CC%81%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%BA%CE%B1%CE%B9+%CE%92%CE%B1%CC%81%CE%BA%CF%87%CE%BF%CF%822.jpg

Ο ιδιαίτερος τονισμός της αλήθειας αυτής από τον υμνογράφο δεν γίνεται, νομίζουμε, τυχαία. Ο υμνογράφος γνωρίζει ότι μερικές φορές ο φυσικός δεσμός δεν λειτουργεί με τον τρόπο που πρέπει, δηλαδή μέσα στα πλαίσια της αγάπης. Υπάρχουν φορές που το μίσος διακατέχει αυτούς που συνδέονται με τους δεσμούς αίματος. Ακόμη και παροιμία υπάρχει πάνω σ’ αυτό: «Μισούνται σαν αδέλφια» -  μία τραγική, δυστυχώς, πραγματικότητα. Εκείνος όμως ο δεσμός που μένει ακατάλυτος, που πραγματικά ενώνει τους ανθρώπους, είναι ο δεσμός που δημιουργεί το ίδιο το Πνεύμα του Θεού πάνω στην κοινή πίστη του Χριστού.  Και τούτο γιατί όπου υπάρχει το Πνεύμα του Θεού υπάρχει η αληθινή αγάπη, τέτοια που ακόμη και ο θάνατος είναι ανίσχυρος μπροστά της. Το ζωντανό παράδειγμα των αγίων Σεργίου και Βάκχου είναι μία από τις πολλές αποδείξεις. 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhvnjXKQwei6z5jVxlm00KVwzZE6V5uwoVZoyj7TDb-LWYo9dU8rAetmTWmIqxRCn97B3zQ4ZkRv7wrmz80JOfwDUOPS26tjFGA2slEx4GkoJdoWuBzXRBmYEps1z6atxhyphenhyphenKHjGMtP8gNw/s1600/%CE%A3%CE%B5%CC%81%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82.jpg

Η ενότητα αυτή της με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος πίστης στον Χριστό έχει κατεξοχήν επικαιρότητα στις ημέρες μας. Διότι η κρίση που βιώνει η πατρίδα μας, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος ασφαλώς, ιδίως όμως η πατρίδα μας, δεν νομίζουμε ότι μπορεί να ξεπεραστεί, αν δεν λειτουργήσει η μεταξύ μας σύμπνοια και αγάπη. Αν υπάρξει αγάπη, θα δούμε το έλλειμμα του ενός να αναπληρώνεται από το περίσσευμα του άλλου. Ποτέ άλλωστε εκεί που λειτούργησε η αλληλεγγύη, δεν παρουσιάστηκαν οξυμμένα προβλήματα. Κι αν αυτό είναι αλήθεια, τότε η λύση στην Ελλαδική κοινωνία είναι μονόδρομος: η προβολή της εκκλησιαστικής κοινότητας, η Ενορία ως σύναξη και αγαπητική σχέση των πιστών να πάρει την ορθή της θέση. Αν αρχίζουμε και ζούμε σωστά την εκκλησιαστική ζωή οι πιστοί, δηλαδή με αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, πολύ γρήγορα, ή σχετικά γρήγορα και ανώδυνα, θα ορθοποδήσουμε. Γιατί τότε θα δούμε αισθητά και ορατά την επέμβαση και του ίδιου του Θεού μας. Τι συμβαίνει όμως συνήθως; Πολλοί, ή έστω κάποιοι, αλλά με δύναμη στον πολύ λαό, κτυπούν και περιθωριοποιούν τη μόνη δύναμη ενότητας της κοινωνίας μας, την Εκκλησία. Πού αλλού όμως μπορεί κανείς να βρει τη δύναμη να ζήσει με αγάπη; Ποιος άλλος εκτός από τον Χριστό που ζει η Εκκλησία μπορεί να παράσχει αυτήν την αγάπη; Έχουμε την εντύπωση ότι μέσα στις δυσκολίες της κρίσης και τα αδιέξοδα που αυτή δημιουργεί, μόνοι μας βγάζουμε τα μάτια μας, κατά το κοινώς λεγόμενο. Ελπίζουμε ότι κάποιοι τουλάχιστον από εμάς τους θεωρουμένους χριστιανούς θα καταλάβουμε την πραγματικότητα και θα στραφούμε εν μετανοία στον μόνο δυνάμενο να σώζει, τον Χριστό, που σημαίνει στο ζωντανό σώμα Του, την Εκκλησία. Αρκεί να μη κάνουμε το λάθος να ταυτίζουμε τον Χριστό και την Εκκλησία με κάποιους κληρικούς, που ίσως λειτουργούμε στον κόσμο κατά τρόπο ανάξιο και άπιστο. 
Γράφει ὁ Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος

Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα  Κυριακῆς Β' Λουκᾶ (Λουκ. στ' 31-36 )

Πολὺς λόγος γίνεται τελευταία γιὰ τὰ ἀποτελέσματα ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει στὴν κοινωνία καὶ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἡ ἐφαρμογὴ διαφόρων θρησκειῶν. Καὶ τοῦτο διότι ἡ κάθε θεωρία ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὴν πράξη της καὶ κάθε πίστη ἀπὸ τὴν πρακτική της ἐφαρμογή. Ἀλλὰ τὸ τί θὰ ἐπακολουθήσει ὅταν κάποια θρησκευτικὰ συστήματα ἐκῶν ἄκων ἐφαρμοστοῦν, τοῦτο μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ μελετήσει στὸ πλαίσιο τῆς θρησκειολογίας καὶ πολὺ περισσότερο δύναται νὰ τὸ βλέπει στὴν καθημερινότητα ἀπὸ τὴν τρέχουσα κατάσταση σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Ἀπὸ περιστατικὰ δηλ. ποῦ κάνουν τὸν ἄνθρωπο εἴτε νὰ συγκινεῖται καὶ νὰ ἐνθουσιάζεται, ἕως καὶ περιστατικὰ καὶ μάλιστα εὑρισκόμενα σὲ ἁλματώδη ἐξέλιξη, τὰ ὁποῖα κάνουν τὸν κάθε ἄνθρωπο νὰ φρίττει, νὰ γεμίζει ἡ ὕπαρξις του φόβο καὶ νὰ μὴ θέλει νὰ σκέπτεται καν τὸ τί θὰ μποροῦσε νὰ συμβεῖ σὲ αὐτὸν τὸν ἴδιο καὶ στοὺς δικούς του ἐὰν μάλιστα ὡς ὀρθόδοξος χριστιανὸς βρεθεῖ μέσα σὲ κλίμα τυφλοῦ φανατισμοῦ. Φανατισμοῦ ποὺ σκορπίζει στὴν ἀτμόσφαιρα τὴν μυρωδιὰ τοῦ ἀνθρωπίνου αἵματος καὶ ὅλα βεβαίως αὐτὰ “πρὸς δόξαν” κάποιου θεοῦ καὶ πρὸς “ἀπόλαυσιν τοῦ παραδείσου”. 

Ἀλλ' ἃς φύγουμε εὐθὺς ἀμέσως ἀπὸ τὴ ζοφερὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ ποικιλοτρόπως εὐτελίζει καὶ ἐκμηδενίζει τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, καὶ ἃς περάσουμε σὲ χώρους φωτεινοὺς κι εὐλογημένους. Ἃς ἀνέλθουμε σὲ ὕψη ποὺ ἀποκαλύπτουν στὸν ἄνθρωπο τὴν συμπεριφορὰ ποὺ....
πρέπει νὰ καλλιεργεῖ συνειδητὰ καὶ μὲ ἀγώνα, ἀκόμα καὶ πρὸς αὐτοὺς τοὺς “ἐχθρούς” του.

Βρισκόμαστε λοιπὸν μπροστὰ στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Β' Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ. Οἱ ἕξι αὐτοὶ στίχοι τοῦ ἕκτου κεφαλαίου, περιέχουν τέτοια καὶ τόση διδασκαλία οὐράνια ἀλλὰ καὶ καθαρῶς πρακτική, ὥστε ἐὰν οἱ κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων ἤθελαν νὰ τὴν ἐφαρμόσουν, ὄχι μόνο οἱ πόλεμοι καὶ τὰ μεγάλα κοινωνικὰ προβλήματα ποὺ μαστίζουν τὴν ἀνθρωπότητα δὲν θὰ ὑπῆρχαν, ἀλλὰ ἡ ζωή μας θὰ εἶχε μεταβληθεῖ σὲ πραγματικὸ παράδεισο. 
“Θεωρίες”, θὰ ἰσχυριστοῦν κάποιοι. Ἢ ψεύτικες καὶ ἀνεκπλήρωτες ἐλπίδες, θὰ προλάβουν νὰ ποῦν οἱ ἀπαισιόδοξοι καὶ ἰδίως αὐτοὶ ποὺ παραμένουν ἄγευστοί της ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅμως, ὅσο κι ἂν κάποιοι τὸ ἀρνοῦνται, ἡ πραγματικότητα δείχνει ὅτι ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄνθρωποι θέλησαν ἔστω καὶ περιορισμένα νὰ ἐφαρμόσουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ἡ κοινωνία ἄλλαξε ριζικά. Ὅπου μάλιστα ἐφαρμόστηκε ἡ ἄνευ ὅρων καὶ ὁρίων ἀγάπη, ἐκεῖ τα τέκνα τοῦ Θεοῦ, παρὰ τὶς ἀντίξοες συνθῆκες καὶ τὴν ἐχθρικὴ συμπεριφορὰ ποὺ ἀντιμετώπιζαν καὶ συνεχίζουν νὰ ἀντιμετωπίζουν, γνωρίζουν ὅτι ὁ μόνος δρόμος πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὁ μόνος τρόπος εἰρηνεύσεως τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη, ποὺ σὲ τελευταία ἀνάλυση καλύπτει ὁλόκληρό το περιεχόμενο τῆς εὐαγγελικῆς ἀποκαλύψεως καὶ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. 
Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τονίζει “ἀγάπατε τοὺς ἐχθροὺς ὑμών”!
Στὴ φράση αὐτὴ συνοψίζεται ὁλόκληρό το Εὐαγγέλιο καὶ ὁλόκληρη ἡ πνευματικὴ ζωή, ἀφοῦ στὸ  “ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεὸν σοὺ” καὶ στὸ “ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν”, “ὅλος ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆται κρέμανται” (Ματθ. κβ' 37-40). 

Ἀλλὰ τὸ νὰ ἐπιχειρεῖ κανεὶς νὰ κάνει λόγο περὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, τῆς ἀγάπης αὐτῆς ποὺ ἑδράζεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ ὑπερβαίνει κατὰ πολὺ τὶς δυνάμεις του, ὅσες πολλὲς κι ἂν εἶναι αὐτές. Τὴν ἀγάπη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὴν περιγράψει ὅσο μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ τὴ βιώσει. Καὶ εἶναι τόσο πολύπτυχη, ἀλλὰ καὶ κάποιες φορὲς κοστίζει τόσο πολὺ σὲ ἐκεῖνον ποὺ λιτανεύει τὸν σταυρό της, ὥστε χρειάζεται ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπὸ Αὐτὸν ποὺ ἐπάνω στὸ σταυρό Του μὲ ἀπέραντη ἀγάπη βαστάζει τὴν ἀγάπη ὅλων των εἰκόνων τοῦ Θεοῦ. Ὅλων των ἀνθρώπων, ἀπὸ Ἀδὰμ ἕως καὶ αὐτῶν ποὺ θὰ σύρουν τὰ βήματά τους ἐπάνω στὴν αἱματοποτισμένη μᾶς γῆ στὰ τέλη τῶν αἰώνων. 

Ὁπωσδήποτε φίλοι μου, αὐτοὶ ποὺ ἔζησαν τὸ θαῦμα τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, στὸν ὑψηλότερό της βαθμό, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔδωσαν τὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς τους γιὰ ν' ἀποδείξουν πρωτίστως στὸν ἐαυτόν τους ὅτι ἀγαποῦν τὸν Ἰησοῦ καὶ ὅτι ἐπιθυμοῦν νὰ βιώσουν τὶς ἐντολές του. Ἐὰν τώρα στρέψουμε τὸν ἡγεμόνα νοῦ σὲ ὅσα ἔχουν ἀποτυπώσει, ἂν δηλ. πάρουμε στὰ χέρια μᾶς τὶς περγαμηνὲς τῶν ἁγίων ποὺ ἀνοίγοντας τὲς σκορπίζουν ἀπὸ τὸ μύρο τῆς ἀγάπης, τότε θὰ γευθοῦμε καὶ θὰ διαπιστώσουμε ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρξει μεγαλύτερη δυστυχία ἀπὸ τὸ νὰ μὴ μπορεῖ (δηλ. νὰ μὴ θέλει) κάποιος ν' ἀγαπήσει τὸν “ἐχθρό” του. 

Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ μεγάλη ἐντύπωση στὸ θέμα αὐτὸ εἶναι τὸ ἑξῆς: ὅσο περισσότερο κάποιος ἀνακαλύπτει τὰ μυστικὰ μονοπάτια τῆς ἐν Χριστῷ Ἀγάπης, τόσο καὶ περισσότερο συνειδητοποιεῖ τὸν λόγο τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου ποὺ φλεγόταν ἀπὸ τὴ διπλὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς ὅλο τὸν κόσμο. “Μηδείς τὸ ἐαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἔκαστος” (Ἃ' Κορ. ἰ' 24). Δηλ. ἡ ἀγάπη μᾶς ὁδηγεῖ ὄχι στὸ νὰ ζητᾶ ὁ καθένας ὅ,τι τοῦ ἀρέσει ἢ ὅ,τι τὸν συμφέρει, ἀλλὰ ὁ καθένας ἃς ζητᾶ τὸ συμφέρον καὶ τὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τοῦ ἄλλου. Ἐννοεῖται δὲ ὅτι ἡ πραγματικὴ εὐαγγελικὴ ἀγάπη οὐδὲ ἴχνος ἠθικῆς παρεκτροπῆς ἢ ρυπαρότητος ἐπιδέχεται. Ὅπως ὁ ὀφθαλμὸς εἶναι ἀδύνατον νὰ συγκρατήσει ἐπάνω στὸν φακό του καὶ τὴν μικροτέρα τρίχα, ἢ νὰ “συμβιβαστεὶ” μὲ τὸ πλέον μικρὸ στίγμα, ἔτσι καὶ περισσότερο εἶναι φύσει ἀδύνατον ὅταν γίνεται λόγος περὶ τῆς κρυσταλλίνης χριστιανικῆς ἀγάπης, νὰ ὑπονοεῖται ὅτι εἶναι δυνατὸν μέσα της νὰ σταθεῖ ἡ αἵρεσις τοῦ νικολαϊτισμοῦ καὶ ἡ δυσωδία οἱασδήποτε σαρκικῆς ἁμαρτίας. Πράγματα βεβαίως ποὺ εἶναι ἀπολύτως γνωστὰ καὶ ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ “τοῖς νοῦν ἔχουσιν”. 

Ὅρος λοιπὸν ἀπαραίτητος γιὰ νὰ αἰσθανθεῖ κάποιος ὅτι βρίσκεται ἐντός τοῦ πλαισίου τῆς χάριτος καὶ ἀναγκαία προϋπόθεση ὥστε νὰ μᾶς ἀναγνωρίσει ὁ Ἰησοῦς ὡς δικούς Του, εἶναι τὸ ἐὰν ἡ ἀγάπη μᾶς ξεπερνᾶ τὴν οἰκογένειά μας, τοὺς συγγενεῖς μας, τοὺς φίλους μας καὶ τοὺς γνωστούς, τοὺς συμπατριῶτες μας, τοὺς ὅπου γῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας καὶ ὄχι ἁπλῶς προσεγγίζει, ἀλλὰ φθάνει καὶ καλύπτει αὐτοὺς ποὺ ἀποδεδειγμένως ἢ ἁπλῶς στὴν φαντασία μᾶς εἶναι ἐχθροί μας. Ταυτοχρόνως δὲ ἃς ἔχουμε πάντοτε κατὰ νοῦ ὅτι ἡ πρόγευση ἢ μᾶλλον ἡ ἀρχὴ τῆς κολάσεως εἶναι τὸ μαρτύριο, ἡ μεγάλη ἀσθένεια καὶ ἡ μεγαλύτερη ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρξει διαστροφή, τὸ νὰ μὴν ἀφήνει κανεὶς τὴν πνοὴ τῆς ἀγάπης νὰ πνεύσει καὶ νὰ ζωογονήσει τὴν καρδιά του. 

Ὅσο γι' αὐτοὺς ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἀγαποῦν τόσο, ὅσο καὶ οἱ ἄλλοι τοὺς ἀγαποῦν, ἃς μάθουν ὅτι “τὸ νὰ σ' ἀγαποῦν εἶναι μεγάλο καλό. Ὅμως, τὸ ν' ἀγαπᾶς ἐσὺ τοὺς ἄλλους, αὐτὸ εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο καὶ ἡ πραγματικὴ ποίηση καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῆς ζωής”. 
Τὸ τραγικὸ γιὰ ὅλους μας, φίλοι μου, εἶναι ὅτι ἀκόμα δὲν ἔχουμε ἐννοήσει ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ παγκόσμια γλώσσα. Ἡ γλώσσα ποὺ κατανοοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅλων των ἐποχῶν καὶ μάλιστα ὁ κωδικὸς ποὺ ἐπικοινωνεῖ ὁ ἐπίγειος μὲ τὸν οὐράνιο καὶ ἀγγελικὸ κόσμο. 
Ἀλήθεια, πότε θὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν ἀξία της; 
Μόνο τότε θὰ μπορέσουμε νὰ λύσουμε τὶς “διαφορές” μᾶς ἀνώδυνα καὶ ἀποτελεσματικά, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι ὁ παράδεισος ἐπάνω στὴ γῆ. 

Ὅλοι λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι, εἴτε τὸ συνειδητοποιοῦν εἴτε ὄχι, δὲν εἶναι παρὰ νοσταλγοὶ καὶ κυνηγοὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸ δηλ. ποῦ λέει κάποια ψυχὴ τόσο ὄμορφα στοὺς παρακάτω στίχους: 
“ Νὰ ΄τᾶν λίγη ἀγάπη νάχαμε,
νὰ τὴ νιώθαμε καμμιὰ φορᾶ,
λίγη μὲσ΄ στὰ χέρια νάχαμε 
κι ἄλλη τόση μέσ' τὴν καρδιά”.
Καὶ κάτι ἀπὸ τὰ ὄμορφά τῆς ἑλληνικῆς μας γλώσσας: τὸ ρῆμα “ἀγαπὼ” ἀρχίζει ἀπὸ τὸ Α καὶ τελειώνει στὸ Ω! 

Ἀγάπη λοιπόν, εὐαγγελικὴ ἀρχὴ καὶ τρισόλβιον τέλος, ἀφοῦ “ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί”. 

Εἴθε νὰ μᾶς πάρει στὰ φτερά της καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει μέσω τῶν ἀδελφῶν στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. 
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiFYpOjoMUwbSDYK9A3G-9zuFumkmwya0srJ6HqctdcYEifHl7eUyM4YsPv9QvvFX4a_020j4yX089pxH5WRi1KUoscO-Nu4kRHbw4TE9RyP4bYo-K5etBI1x7XatXszjsl9hgT9UKP7AE/s1600/%CE%B1%CC%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%98%CF%89%CE%BC%CE%B1%CC%81%CF%82.jpg
  
«Ο άγιος Θωμάς, ο οποίος καταγόταν από την Ιουδαία και ήταν αλιέας κατά το επάγγελμα, γνωστός ως ένας από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου και έχοντας τη φήμη του δύσπιστου μαθητή, αφού μετά την Ανάσταση Εκείνου,  για να πειστεί ζήτησε να ψηλαφήσει τον Κύριο, μετά τη λήψη του αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, πήγε και κήρυξε τον λόγο του Θεού στους Μήδους και τους Πάρθους, τους Πέρσες και τους Ινδούς. Στα ανατολικά της Ινδίας ευρισκόμενος συλλαμβάνεται από τον βασιλιά Σμιδαίο, διότι με το κήρυγμά του πίστευσαν στον Χριστό και βαπτίστηκαν από τον απόστολο ο Αζάνης ο υιός του βασιλιά, η γυναίκα του Τερτία και οι θυγατέρες του Μιγδονία και Νάρκα. Γι’  αυτό και παραδόθηκε σε πέντε στρατιώτες, οι οποίοι τον ανέβασαν σε ένα βουνό και εκεί τον κατατρύπησαν με τις λόγχες τους. Έτσι λοιπόν εκδήμησε προς τον Κύριο».

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeujnmQo0IoTtfdNijmmP1aCmpdk_ppPMGEBWlOFfGD25rSxoXgIttcSwcbU1cE4OTIBZLbZhHO3u3WOWArusXsBqkvbmR3vdkz3OcuiBVSbjYGoB5UVJpEgMrRqRJu3b3pJOYusnIlcs/s1600/%CE%BF+%CE%B1%CC%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%98%CF%89%CE%BC%CE%B1%CC%81%CF%82+3.jpg

Το πρώτο στο οποίο εμμένει η ακολουθία της Εκκλησίας μας σήμερα, επί τη μνήμη του αγίου αποστόλου Θωμά, είναι η «πιστή απιστία» του. Ο υμνογράφος υπενθυμίζει το γεγονός ότι ο απόστολος, επειδή έλειπε από τη σύναξη των μαθητών μετά τη Σταύρωση του Κυρίου, προφανώς απογοητευμένος από όλα όσα συνέβησαν, και κλεισμένος στο σπίτι του, δεν πίστεψε στα λόγια των μαθητών ότι είδαν τον Κύριο αναστημένο. Κι έπρεπε να έλθει σ’  αυτή τη σύναξη, να έλθει δηλαδή στην Εκκλησία, προκειμένου εκεί, μετά από οκτώ ημέρες από την ημέρα της Αναστάσεως, να φανερωθεί και σ’ αυτόν ο Κύριος, ο Οποίος τον κάλεσε να Του ψηλαφήσει τις πληγές, με αποτέλεσμα εκείνος να ομολογήσει: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Έτσι απεδείχθη ότι ο απόστολος Θωμάς δεν ήταν ο άπιστος, με τη σημερινή έννοια του όρου, ως εκείνος δηλαδή που έχει διαγράψει τον Θεό από τη ζωή του, διότι έχει προσανατολιστεί μόνον στον κόσμο τούτο και τα θέλγητρα που αυτός προσφέρει. Υπήρξε «άπιστος», όπως και οι άλλοι μαθητές του Κυρίου, ο οποίος όμως πάλευε με την απιστία του και την ξεπέρασε, γιατί είχε την ταπείνωση να φύγει από το κλείσιμο του εαυτού του και να ανοιχτεί προς τους άλλους, να ενταχτεί και πάλι στο σώμα των υπολοίπων μαθητών. Κι αυτό το άνοιγμά του έφερε την έκπληξη και το θαύμα: την παρουσία του αναστημένου Ιησού. Έκτοτε η «πιστή απιστία» του υπήρξε στήριγμα για όλους του πιστούς και αυτήν υμνολογεί  μεταξύ των άλλων, όπως είπαμε, η Εκκλησία μας: «Τη πιστή απιστία σου, τους πιστούς εβεβαίωσας, ως Θεόν και Κύριον πάσης κτίσεως…». Με την πιστή απιστία σου, βεβαίωσες τους πιστούς (ότι ο Χριστός) είναι ο Θεός και ο Κύριος όλης της δημιουργίας.

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgN0_llqNxtHKhjtCYwnS_pnecpeKhuAfYzvsG5mSfNjUVqz92ljomWAnuxDGyaUQaGGm6BqR0dXWCYc9YtqrOjUTdBLElCWlxr0OCAy34nH8sDOB79KSV54LkVzHepcvmou4-1zqhvohU/s1600/%CE%BF+%CE%B1%CC%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%98%CF%89%CE%BC%CE%B1%CC%81%CF%82+%CF%88%CE%B7%CE%BB%CE%B1%CF%86%CF%89%CC%81%CE%BD+%CF%84%CE%BF%CE%BD+%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CC%81.jpg

Η ψηλάφηση όμως του αναστημένου Κυρίου από τον Θωμά γίνεται αφορμή για τον υμνογράφο όχι μόνον να τονίσει τη μεταβολή της απιστίας του σε πίστη και τη στήριξη όλων των πιστών μετέπειτα, αλλά και να κατανοήσει το θεολογικό έκτοτε βάθος της σκέψεώς του. Εννοούμε ότι όπως ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μυήθηκε στα της θεολογίας, (όπως σημειώνει η υμνολογία της εορτής του αγίου Ιωάννου), όταν ανέπεσε επί το στήθος του Κυρίου στον Μυστικό Δείπνο, κατά τον ίδιο τρόπο και ο απόστολος Θωμάς: μυήθηκε στο μυστήριο της παρουσίας του Χριστού, όταν ψηλάφησε τον Κύριο. Και μάλιστα η μύηση αυτή έγινε με τον τρόπο που ένα σφουγγάρι «ρουφά» το νερό. «Της πλευράς εφαψάμενος του Δεσπότουπανόλβιε, των καλών κατείληφας το ακρότατον∙ ώσπερ γαρ σπόγγος τα νάματα, εκείθεν εξήντλησας την πηγήν των αγαθών, και ζωήν την αιώνιον». Άγγιξες το πλευρό του Κυρίου, παμμακάριε Θωμά, και κατανόησες τον ίδιο τον Θεό. Διότι όπως το σφουγγάρι ρουφά τα νάματα, έτσι κι εσύ, από αυτήν την πλευρά  άντλησες την πηγή των αγαθών και την αιώνια ζωή. Και ο απόστολος Θωμάς δηλαδή, και οι άλλοι απόστολοι, υπήρξαν θεοδίδακτοι: η ιδιαίτερη προσωπική σχέση τους με τον Χριστό τούς κατέστησε γνώστες του Θεού και αποστόλους Του μέσα στον κόσμο.

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjlaN9dgwO6sts_AaZEUHZu9tz19wPb8CnWt0AMlGvqbYwlQ92AX6pfHRp1YHNVHPAW_lGLB3AkMyDaZ44Y9sRJnTcDTzKWxw3OOOc_ZqwKZMyWx4d15-91VIEvavNiKWe60VXBRYoetlE/s1600/%CE%B1%CC%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CE%98%CF%89%CE%BC%CE%B1%CC%81%CF%82+2.jpg

Δεν θέλουμε όμως να μη σχολιάσουμε και κάτι που θεωρείται ιδιαιτέρως επίκαιρο στην εποχή μας, εξ αφορμής του αποστόλου Θωμά. Ο άγιος βρέθηκε ιεραπόστολος σε διάφορες χώρες, και μάλιστα στη χώρα των Ινδών, όπου και μαρτύρησε. «Ινδών κατελάμπρυνας πάσαν την γηνιερώτατε, και θεόπτα απόστολε». Ο ποιητής μάλιστα τον βλέπει ως πολύφωτη ακτίνα, σταλμένη από τον μέγα Ήλιο Χριστό, προκειμένου με το φως του Χριστού να εκδιώξει τη σκοτεινή πλάνη των κατοίκων της Ινδίας. «Χριστός ο μέγας Ήλιος, ακτίνά σε πολύφωτον, εν τη Ινδία εκπέμπει, την ζοφεράν πλάνηνμύστα, συντόνως εκδιώκοντα…και τους λαούς φωτίζοντα». Δεν ξέρουμε τι ακολούθησε και η πίστη του Χριστού στη χώρα αυτή μειώθηκε ή και εξαφανίστηκε εντελώς. Σημασία έχει ότι οι άνθρωποι αυτοί, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, αγνοούν τον Χριστό, ζώντας επομένως στο σκοτάδι «άλλων πνευμάτων». Όπως όμως έλεγε η γερόντισσα Γαβριηλία (Παπαγιάννη), η οποία έζησε επ’  αρκετόν σ’  αυτούς «είναι άνθρωποι που με χαρούμενη διάθεση περιμένουν το μήνυμα του Χριστού», συνεπώς λειτουργεί μέσα τους η σπίθα του αναστημένου Χριστού κι ίσως υπάρξει ώρα που η σπίθα αυτή γίνει τεράστια φλόγα που θα αναδείξει πολλούς αγίους. Δεν μένουμε όμως κυρίως σ’ αυτό. Εκείνο που θεωρούμε τραγικό στην εποχή μας είναι το γεγονός ότι έχει γίνει «της μόδας», καθώς λέμε, να έρχονται άνθρωποι με την πίστη της χώρας αυτής, ξένης παντελώς προς τον Κύριο Ιησού, και να διδάσκουν στην Ελλάδα και σε άλλες Ευρωπαϊκές και μη χώρες, τα δικά τους, σαν να είναι οι ιεραπόστολοι της σωτηρίας και της λύτρωσης. Το τραγικότερο όμως είναι – γιατί μπορεί κανείς να πει ότι αυτοί κάνουν τη δουλειά τους – ότι υπάρχουν «χριστιανοί», που άγευστοι παντελώς της χάρης του Χριστού προσανατολίζονται σ’  αυτούς τους ανθρώπους, θεωρώντας τους ως καινούργιους Μεσσίες. Το κατάντημα στο έπακρο! Η αποτυχία και η ζόφωση να επανέρχονται ως η «ελπίδα» και το «φως». Τι θα έλεγε και τι θα λέει ο απόστολος Θωμάς! Πόσα δάκρυα πρέπει να χύνει για την κατάντια μας! Ο Θεός να ελεεί όλους μας.