ΑΓΙΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
 
   
Πολλοί άγιοι ιεράρχες λάμπρυναν με την προσωπικότητά τους και το έργο τους την πρωτόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως στη δισχιλιόχρονη ιστορική της πορεία. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Αλέξανδρος, ο οποίος έβαλε τη δική του σφραγίδα στην Εκκλησία του Χριστού σε μια εποχή κρίσιμη για εκείνη.

      Γεννήθηκε στην αγιοτόκο Μ. Ασία περί το 239 από γονείς ευσεβείς, οι οποίοι τον ανάθρεψαν χριστιανικά, σε μια εποχή που θεωρούνταν ασυγχώρητο έγκλημα να είναι κανείς Χριστιανός, διότι η θνήσκουσα ειδωλολατρία, δια της ρωμαϊκής εξουσίας καταδίωκε με ιδιαίτερη μανία την Εκκλησία και τους Χριστιανούς, με στόχο να τους εξαφανίσει από προσώπου γης. Ο ίδιος, νεαρό παιδί, δοκίμασε τους σκληρούς διωγμούς του θρησκομανή αυτοκράτορα Δέκιου (249-251) και στη συνέχεια τους διωγμούς του Βαλεριανού (257-260), τους πιο φοβερούς από όλους, του δαιμονικού Διοκλητιανού (303-305) και τέλος του Γαλερίου και Μαξιμιανού (305-313). Είχε ασκηθεί να κρύβει διωκόμενους Χριστιανούς και να περιθάλπει ταλαιπωρημένους και πληγωμένους Μάρτυρες. Όλη αυτή η τραγική κατάσταση είχε δαμάσει τον νεαρό Αλέξανδρο και είχε σμιλέψει την ψυχή του, ώστε να αφιερώσει τη ζωή του στο Χριστό και την υπηρεσία της Εκκλησίας. 
 
       Ο Αλέξανδρος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη να υπηρετεί τον γέρο και άρρωστο αρχιεπίσκοπο Μητροφάνη, ο οποίος τον χειροτόνησε διάκονο και στη συνέχεια πρεσβύτερο. Λόγω του εκκλησιαστικού του ζήλου και του αδαμάντινου χαρακτήρα του κατέστη ο στενότερος συνεργάτης του αρχιεπισκόπου της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία τότε ονομαζόταν Βυζάντιο και δεν είχε αποκτήσει ακόμη την αίγλη, μετά την επιλογή του Μ. Κωνσταντίνου να γίνει η νέα πρωτεύουσα του απέραντου ρωμαϊκού κράτους. Όλες τις δύσκολες αποστολές και τα μεγάλα θέματα τα ανέθετε στον πρεσβύτερο Αλέξανδρο. Παράλληλα ο Αλέξανδρος διακρίνονταν για την ευσέβειά του, για την ασκητική ζωή του και ο ζήλος του για την διατήρηση ανόθευτης της σώζουσας διδασκαλίας της Εκκλησίας. Το μεγάλο βάρος το έριξε στην αντίκρουση των αιρέσεων, οι οποίες την εποχή εκείνη βρισκόταν σε έξαρση. Εκφωνούσε πύρινους λόγους κατά των κακοδόξων αιρετικών. Με τα επιχειρήματά του τους κατατρόπωνε και μετέστρεφε στην Ορθοδοξία πλήθος πλανεμένων ανθρώπων.
 
      Όταν ο πρεσβύτερος Αλέξανδρος ήταν 63 ετών και αρκετά ώριμος πνευματικά, έκανε την εμφάνισή της η φοβερή αίρεση του αρειανισμού. Αιρεσιάρχης ο πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας Άρειος δίδασκε δόγματα βλάσφημα, τα οποία ανέτρεπαν ολόκληρο το θεολογικό οικοδόμημα της αρχαίας Εκκλησίας, με κυριότερη κακοδοξία, την άρνηση της θεότητας του ένσαρκου Λόγου του Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. η αίρεση του αρειανισμού, απειλούσε την γνησιότητά της και αυτή ακόμη την ύπαρξή της Εκκλησίας. Για την αντιμετώπισή της συγκλήθηκε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος το 325 από τον πρώτο, μετέπειτα Χριστιανό, αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνο, στη Νίκαια της Βηθυνίας.
      Ο υπέργηρος και ασθενής Μητροφάνης έστειλε ως αντιπρόσωπό του στη Σύνοδο τον πρεσβύτερο Αλέξανδρο, ο οποίος αγωνίστηκε με σθένος κατά του αρειανισμού και υπέρ της Ορθοδοξίας. Συντάχτηκε με τους Ορθοδόξους Πατέρες (Αθανάσιο, Σπυρίδωνα, Νικόλαο, κ.α.) κατατροπώνοντας το φοβερό αιρεσιάρχη Άρειο. Μετά το πέρας της αγίας Συνόδου και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, ο Αλέξανδρος έσπευσε στην Κωνσταντινούπολη να αναγγείλει το πανευφρόσυνο γεγονός στον Μητροφάνη, ο οποίος τον περίμενε με  αγωνία και αδιάκοπα προσευχόμενος. Τον υποδέχτηκε με δάκρυα χαράς και του ανέθεσε μεγάλη αποστολή σε διάφορες τοπικές Εκκλησίες, να μεταφέρει το χαρμόσυνο άγγελμα του θριάμβου της ορθοδόξου πίστεως. Αν και ήταν  και ο ίδιος πια ηλικιωμένος (84 χρονών) περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα, την Ιλλυρία (Αλβανία) και τη Σερβία και άλλες βαλκανικές χώρες, κάνοντας γνωστό το «Σύμβολο της Πίστεως», που είχε συντάξει η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος. 
 
      Εν τω μεταξύ ο αρχιεπίσκοπος Μητροφάνης βρισκόταν σε ηλικία 117 ετών, αρρώστησε βαριά και τον Ιούνιο του 325 κοιμήθηκε εν Κυρίω. Λίγο πριν είχε ζητήσει να τον διαδεχθεί στο θρόνο του ο πρεσβύτερος Αλέξανδρος, τον οποίο γνώριζε καλά και τον θεωρούσε άξιο διάδοχό του, στην επισκοπή του, η οποία είχε αναχθεί πια σε πρωτόθρονη Εκκλησία, λόγω ότι είχε γίνει η νέα πρωτεύουσα του ρωμαϊκού κράτους και είχε μετονομαστεί σε Νέα Ρώμη και Κωνσταντινούπολη, από το όνομα του κτήτορά της Μ. Κωνσταντίνο.  Μάλιστα ο Μητροφάνης ζήτησε και τη γνώμη του Κωνσταντίνου για την επιλογή του Αλεξάνδρου, ο οποίος συμφώνησε μαζί του.
       Ο Αλέξανδρος δέχτηκε με ταπείνωση, θεωρώντας το υψηλό του αξίωμα ως μια ακόμα διακονία στην Εκκλησία. Η λαμπρότητα της εξουσίας δεν τον άγγιξε, παραμένοντας ο ίδιος απλός ποιμένας της Εκκλησίας, διδάσκοντας, καταπολεμώντας τις πλάνες και ασκώντας την φιλανθρωπία. Υπηρέτησε την Εκκλησία, ως αρχιεπίσκοπος της Βασιλεύουσας, για δεκαπέντε χρόνια. Το 337, σε ηλικία 98 ετών, παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο, τον Οποίο αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής του και υπηρέτησε με όλες του τις δυνάμεις ολόκληρη τη ζωή του. Η Εκκλησία, εκτιμώντας την αγία ζωή του και τις ανεκτίμητες υπηρεσίες του προς αυτήν, τον ανακήρυξε άγιο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Αυγούστου, την ημέρα της οσιακής κοίμησής του.
 
       Ο άγιος Αλέξανδρος αποτελεί πρότυπο επισκόπου και ποιμένα της Εκκλησίας μας. Παρέδωσε στο  Θεό τον εαυτό του και ολόκληρη τη ζωή του, για να γίνει πιστός διάκονος του λαού του Θεού και συνειδητός εργάτης του Ευαγγελίου και της αλήθειας, η οποία  είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Αγωνίστηκε κατά των αιρέσεων με συνέπεια, διότι θεωρούσε την πλάνη και την κακοδοξία ως ολέθριο δρόμο εξόδου από την Εκκλησία και αιτία απώλειας της σωτηρίας. Ο άγιος Αλέξανδρος, όπως και οι άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθούν και οι σημερινοί κληρικοί.
 
Έκοιμήθη ο θεολόγος Νικόλαος Σωτηρόπουλος

Ό θεολόγος καί σπουδαίος ερμηνευτής των Γραφών Νικόλαος Σωτηρό­πουλος έκοιμήθη έν Κυρίω τίς πρωινές ώρες της 28ης Αύγουστου.
Θεωρείται πρυτανις τών θεολόγων. Καί είναι. Ούδείς άλλος άγάπησε τόν Θεό Λόγο καί τό θείο λόγο του Θεού λόγου, όσο ό μεταστάς. Εξέδωσε τέσσερις όγκώδεις τόμου μέ «Ερμηνεία δυσκόλων χωρίων της Γραφής». Μετέφρασε ολόκληρη την Καινή Διαθήκη. Ύπομνημάτισε τό κατά Ματθαίον, τό κατά Ίωάννην καί τίς Πράξεις τών 'Αποστόλων.

Κήρυξε μέ ίερό ζήλο καί άγιο πάθος τήν 'Αλήθεια της Εκκλησίας.
"Αν ό Πρόδρομος καί Βαπτιστής Ιωάννης κάλυψε τή Μεσιακή άνάγκη τών άνθρώπων της εποχης του καί έδειξε τόν Ίησού λέγοντας, «"Ιδε ό 'Αμνός του Θεού, ό αίρων τήν άμαρτίαν του κόσμου», ό έργάτης του Εύαγγελίου, ό μακαριστός πλέον Νικόλαος Σωτηρόπουλος έδωσε τή μαρτυρία του γιά τήν άνάγκη του συγ­χρόνου κόσμου.
O σύγχρονος κοσμος μιά κυρίως έχει άνάγκη, νά πληροφορηθη τι είναι ο 'Ιησούς Χριστός. Καί ό Νικόλαος Σωτηρόπουλος μέ άκαταμάχητα έπιχειρήματα έδειξε καί άπέδειξε:
—Ίδε ο Ίησσΰς ο Γιαχβέ!
Τό βιβλίο του «'Ιησούς Γιαχβέ» άποτελεί συλλογή πλυθους Γραφικών χωρίων, που φανερώνουν τή Θεότητα του Χριστού.
Ύπηρξε πνευματικό άνάστημα του Μητρ. Φλωρίνης Αύγουστίνου (Καντιώτου) καί ιδρυτικό μέλος της 'Αδελφότητας «Σταυρός». Χρημάτισε δέ καί συνεργάτης του ραδιοφωνικού σταθμού της «Πειραϊκης 'Εκκλησίας».
Ή έξόδιος άκολουθία ώρίσθηκε γιά τίς 5 μ.μ. της 29ης Αύγουστου στήν ί. Μονή Μυρτιάς, στό Θέρμο -'Αγρινίου.

aktines.blogspot.gr 
Ἐπειδὴ σήμερα εἶναι μνήμη (15 / 28 Αὐγούστου 1959) τῆς κοιμήσεως τοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστὴ τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῆς νοερᾶς προσευχῆς καὶ ἀναβιωτὴ τοῦ Ἁγίου Ὅρους, δημοσιεύουμε κάποια ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὁ Γέροντάς μου Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς καὶ σπηλαιώτης» τοῦ Γέροντος Ἐφραὶμ τοῦ Φιλοθεΐτου. Τὴν εὐχούλα του νὰ ἔχουμε!
 
Τὸ τυπικό τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ: …Ἐκοιμῶντο περίπου 3-4 ὧρες, ἀλλὰ ὁ Φραγκίσκος (μετέπειτα μοναχὸς Ἰωσὴφ) δὲν ξάπλωνε σὲ κρεββάτι. Συνήθως κοιμόταν καθιστὸς σὲ μία καρέκλα, καὶ τὶς περισσότερες φορὲς ὄρθιος στηριζόμενος σὲ ἕνα μπαστούνι σὲ σχῆμα Τ ἢ ἀκουμπώντας στὸν τοῖχο.
Μὲ τὴν δύσι τοῦ ἡλίου ἐγείροντο γιὰ νὰ ἀρχίσουν τὴν ἀγρυπνία τους. Δὲν μιλοῦσαν μεταξύ τους, γιὰ νὰ μὴν ἀπωλέσουν τὴν νηφαλιότητα, ποὺ χάριζε στὸν νοῦ ὁ ὕπνος.
Ἔπιναν σιωπηλὰ ἕναν καφὲ γιὰ βοήθημα καὶ ἀπεσύροντο ὁ καθένας στὸ κελλί του γιὰ ὁλονύκτια προσευχὴ ἂν ἦταν χειμώνας, κι ἂν ἦταν καλοκαίρι στὴν ὕπαιθρο σὲ ἀπόστασι ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον.
Ἄρχιζαν μὲ τὸ «Τρισάγιο», τὸ «Πιστεύω» καὶ τὸν «Ν΄ ψαλμό». Κατόπιν κάθονταν λίγο καὶ ἀδολεσχοῦσαν γύρω ἀπὸ τὸν θάνατο, τὴν κόλασι, τὴν χαρὰ τῶν Δικαίων στοὺς οὐρανοὺς καὶ ψυχωφελεῖς θεωρίες. Καὶ κατέληγαν...
 
Δεῖτε ἀποκλειστικὸ φωτογραφικὸ ὑλικὸ ἀπὸ τὴν Νέα Σκήτη τοῦ Ἁγίου Ὅρους. 
Τὸν τάφο τοῦ γέροντος καὶ τὶς σπηλιὲς ἀλλὰ καὶ φωτογραφίες ἀπὸ τὴν συνοδεία τοῦ Γ. Ἰωσήφ.

μὲ τὴ σκέψι πὼς ὅλοι θὰ σωθοῦν καὶ μόνον αὐτοὶ θὰ πᾶνε στὴν κόλασι. Ἔτσι ἤρχοντο σὲ κατάνυξι, σὲ πένθος καὶ μετάνοια. Δὲν ἔμεναν ὅμως γιὰ πολὺ σ΄ αὐτὲς τὶς σκέψεις. Μόλις συγκεντρωνόταν ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ συνετρίβετο, ἄρχιζαν τὴν εὐχή…
Συνήθως ἔκαναν Νοερὰ προσευχὴ ὄρθιοι, γιὰ νὰ καταπολεμήσουν τὸν ὕπνο γιὰ 7-8 ὧρες, μὲ ἀπόλυτη συγκέντρωσι, ταπείνωσι καὶ συντριβὴ βυθίζοντας τὸ νοῦ μέσα στὴν καρδιά. Κατόπιν ἄρχιζαν τὶς μετάνοιες, ποὺ ἤσαν περίπου 3.500 γιὰ τὸν καθένα τους, καὶ ἐὰν ἔκανε κρύο καὶ περισσότερες! Διότι σπανίως ἀναβαν σόμπα, γιὰ νὰ μὴν τοὺς πολεμᾶ ὁ ὕπνος. Μετὰ τὶς μετάνοιες ἀκολουθοῦσε ὁ ἀπαραίτητος μοναχικὸς κανόνας μὲ κομποσχοίνια.
Κατόπιν, ἐὰν ἦταν δυνατόν, πήγαιναν σὲ καμμιὰ γνωστὴ ἀδελφότητα γιὰ τὴν θεία Λειτουργία. …Μετὰ τὴν θεία Λειτουργία, εἶχε ἤδη ξημερώσει, ἔπιναν ἕνα ζεστὸ μὲ λίγο παξιμάδι.
Μερικὲς φορές, ὄχι πάντα, ἐὰν ἤσαν ἐξαντλημένοι ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἀγρυπνίας, ἀνεπαύοντο ἄλλη μία ὥρα περίπου. Μετὰ ἐσηκώνοντο καὶ εἴτε ἔκαναν πάλι προσευχὴ καὶ μελέτη εἴτε ἔψαχναν γιὰ ἀσκητὲς πρὸς ὠφέλειάν τους.
Ἔτσι ἀγγελικὰ ζοῦσαν οἱ δύο ἀγωνιστές. Μία ζωὴ αὐστηρὰ ἀσκητική, μέσα στὴν ἀφάνεια, στὴν ὑπακοὴ στὸν παπα-Δανιὴλ τὸν Κατουνακιώτη καὶ στὴ νυκτερινὴ προσευχὴ καὶ λατρεία τοῦ Θεοῦ.
...Ἡ Νοερὰ προσευχὴ ἦταν ἡ κυριότερη ἀσχολία τοῦ Γέροντος. Ὅλη του τὴν δύναμι τὴν ἑστίαζε στὴν καλλιέργεια αὐτῆς τῆς προσευχῆς. Ὅλες του τὶς δραστηριότητες τὶς ρύθμιζε, ὥστε νὰ ἔχει ἄνεσι ὁ νοῦς στὴν προσευχή. Ὅπως ἔγγραψε ὁ ἴδιος: «Ἡ νοερὰ προσευχὴ εἰς ἐμένα εἶναι ὅπως ἡ τέχνη τοῦ καθενός, καθ΄ ὅτι ἐργάζομαι αὐτὴν τριαντὲξ καὶ ἐπέκεινα χρόνια, δηλαδή, σ΄ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς μοναχικῆς του ζωῆς. Καὶ πράγματι, ἐργαζόταν στὴν προσευχὴ μεθοδικὰ καὶ μὲ τάξι. Προσευχόταν μὲ ἐπιμονὴ καὶ βία, ἀλλὰ καὶ μὲ συντριβὴ καὶ ταπείνωσι. Ὅλη του ἡ ἡμέρα ἦταν μία προετοιμασία γιὰ τὴν νυκτερινή του προσευχή.
...Κάναμε πολλὲς ὧρες προσευχὴ τότε ποὺ ἤμασταν κοντὰ στὸν Γέροντα Ἰωσήφ, ἀλλὰ καὶ στὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν κοίμησί του. Καὶ ἦταν πλημμύρα ἡ Χάρις πού μού ἔδινε ὁ Κύριος, δι΄ εὐχῶν τοῦ Γέροντός μου, διότι ἔκαμε Νοερὰ προσευχὴ μέχρι δέκα ὧρες ὄρθριος! Ὅταν μὲ πολεμοῦσε ὁ διάβολος μὲ πολλὴ κούρασι καὶ ἀμέλεια, αἰσθανόμουν ἄσχημα καὶ ἔλεγα στὸν ἑαυτό μου: «ἄρρωστος δὲν εἶσαι! Ἔφαγες, ἤπιες, λοιπὸν ἐδῶ θὰ ἀγωνισθῆς, θὰ πεθάνης ἐδῶ προσευχόμενος!» Δὲν ὑποχωροῦσα. Καὶ μετὰ λίγην ὥρα ἤρχετο τόση παράκλησις, τέτοια εἰρήνη καὶ μακαριότης, ποὺ ἐπὶ τέσσερις ὧρες, νόμιζα ὅτι δὲν πατούσα στὴν γῆ καὶ ὅτι οἱ τέσσερις αὐτὲς ὧρες ἤσαν 10 λεπτά. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη εἶχα πολλὲς καταστάσεις. Ὁ Θεός μο εἶχε δώσει πολλὴ Χάρι»….
...Θάνατος ὄντως ὀσιακός. Σὲ μᾶς σκόρπισε ἀναστάσιμον αἴσθησι. Μπροστὰ μας εἴχαμε νεκρὸν καὶ ἤρμοζε πένθος, ὅμως μέσα μας ζούσαμε ἀνάστασι. Καὶ τοῦτο τὸ αἴσθημα δὲν μᾶς ἔλλειψε πλέον, ἀλλὰ μὲ αὐτὸ συνοδεύεται ἔκτοτε ἡ ἐνθύμησις τοῦ ἀειμνήστου ἁγίου Γέροντός μας.
 

Ὁ τάφος τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἡσυχαστῆ.

Ἄποψη τοῦ τάφου τοῦ γέροντος Ἰωσὴφ ἀπὸ ἔξω.

Ἡ συνοδεία τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ (καθιστὸς μὲ τὸ μαστούνι) στὴ Νέα Σκήτη. Ἤδη οἱ π. Χαράλαμπος (ἀριστερὰ) καὶ π. Ἐφραὶμ (δεξιὰ) εἶναι ἱερομόναχοι. Διακρίνονται ἐπίσης ὁ Γ. Ἀρσένιος στ΄ ἀριστερά τοῦ Γ. Ἰωσήφ, ὁ π. Ἰωσὴφ (νῦν Βατοπαιδινὸς) πίσω του καὶ ἄλλοι μοναχοί.



Τὰ σπήλαια τῶν δύο γερόντων Ἰωσὴφ καὶ Ἀρσενίου στὴν Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὅρος.

Διακρίνονται ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιά:
παπα-Χαράλαμπος, π.Ἀρσένιος, π.Ἰωσήφ, Γέροντας Ἰωσήφ (καθιστός),

π.Θεοφύλακτος, παπα-Ἐφραίμ.
Σύγχρονοι διδάσκαλοι τς νοερᾶς προσευχς.

 
Ἡ θέα ἀπὸ τὸ ἐσωτερικό τῆς σπηλιᾶς.
Ψηλὰ στὸν βράχο τῆς σπηλιᾶς, διακρίνουμε κρίκους 
ὅπου κρεμόταν μὲ σκοινὶ γιὰ τὶς πολύωρες ἀγρυπνίες.

Ἡ συνοδεία τοῦ Γέροντα Ἰωσὴφ στὴν Νέα Σκήτη.
Διακρίνονται ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιά: π.Ἀθανάσιος, παπα-Ἐφραίμ, π.Ἀρσένιος, π.Ἰωσήφ, Γέροντας Ἰωσήφ, π.Θεοφύλακτος, παπα-Χαράλαμπος.
π΄ αὐτὴ τὴν εὐλογημένη συνοδεία ἀναδείχθηκαν μεγάλοι Γέροντες, οἱ ὁποῖοι, κατὰ τὴν προόρρησιν τοῦ Γ.Ἰωσήφ, γέμισαν τὸ Ἅγιον Ὅρος (κι ὄχι μόνο) μὲ καλογέρια.

Τὸ στασίδι στὴν σπηλιὰ

Ἡ Νέα Σκήτη
 
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Κοσμᾶ
 
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἤθελε νὰ διδάσκεται ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα, στὴν ὁποία εἶναι γραμμένο τὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως ἔλεγε. Γι’ αὐτὸ καὶ ἤθελε νὰ μάθουν ὅλα τὰ παιδιὰ Ἑλληνικὰ καὶ ἵδρυσε, Ἑλληνικὰ Σχολεῖα. Διότι γνώριζε ὅτι, ἂν σταματήσουν «νὰ μαθαίνουν Ἑλληνικὰ μέσω τῶν Ἑλληνικῶν σχολείων», θὰ ἀποκοποῦν ἀπὸ τὶς ρίζες τους, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ Ἔθνος τους. Γιατί χωρὶς Παιδεία θὰ χάσουν καὶ Θρησκεία καὶ Πατρίδα. Ἦρθε ἀντιμέτωπος μὲ τὴν χρῆσι τῆς ἀλβανικῆς καὶ βλάχικης γλώσσας, διότι ὑποχωροῦσε ἡ ἑλληνική. Στὸ Μετσοβο ἐπὶ παραδείγματι τοὺς προέτρεψε νὰ διατηρήσουν τὴν χριστιανικὴ θρησκεία καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, διότι χωρὶς αὐτὰ τὰ δύο «διαλύεται ἡ Πατρίδα μας». Εἶπε ὅτι, ἂν διατηρηθοῦν αὐτά, ὁ Θεὸς θὰ φέρη καλύτερες μέρες γιὰ τὴ χώρα μας.
 
Χάρισμα προφητείας
Ὁ Ἰσαπόστολος Κοσμᾶς ἦταν ἀκόμη καὶ μεγάλος Προφήτης. Προφήτης καὶ μὲ τὴν εὐρεία καὶ μὲ τὴν στενὴ ἔννοια. Ὑπῆρξε ἀληθινὰ πνευματοφόρος, ἐνδεδυμένος «δύναμιν ἐξ ὕψους». Ἄνδρας χαρισματικός, μεγίστης ἁγιοπνευματικς ἐμβελείας. Βεβαίως πολλὲς φορὲς ὁ προφητικός του λόγος δὲν ἦταν ἀρεστὸς στοὺς ἀνθρώπους, ὅμως εἶχε δύναμι, θεία δύναμι.
Δὲν προεφήτευσε μόνο τὴν ἀποτίναξι τοῦ ζυγοῦ («τὸ ποθούμενο» ὅπως τὸ ὠνόμαζε καὶ συνεννοεῖτο ἔτσι μὲ τοὺς ἀκροατᾶς, γιὰ νὰ μὴν καταλαβαίνουν οἱ Τοῦρκοι τί ἐννοοῦσε), ἀλλὰ τοὺς ἔδινε καὶ σημάδια γιὰ τὸ πότε θὰ γίνη τοῦτο. Πολλὲς προφητεῖες...
τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἀναφέρονται στὸν ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τοῦ 1940, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες ἐθνικὲς καταστάσεις.
Ἐπίσης προεφήτευσε τὶς διάφορες ἐφευρέσεις: αὐτόματη ἕλξι, ἀσύρματο, τηλέφωνα, ἀεροπλάνο κ.λπ. Μὲ τὸ προφητικό του χάρισμα διεπέρασε ὅλες τὶς μελλοντικὲς καταστάσεις: πεῖνες, δίψες, ἐμφυλίους πολέμους καὶ τόσα ἄλλα. Ὅταν προεφήτευσε γιὰ τὰ σχολεῖα, ἀσφαλῶς μὲ θλίψι ἔβλεπε τὴν ἐξέλιξί τους καὶ ἔλεγε: «Θὰ βγοῦν πράγματα ἀπὸ τὰ σχολεῖα, ποὺ ὁ νοῦς σας δὲν φαντάζεται». Προφητεύοντας γιὰ τὴν γραφειοκρατία εἶπε: «Θὰ γίνη ἕνα χαρτοβασίλειο, ποὺ θὰ ἔχη μεγάλο μέλλον στὴν ἀνατολή».
Ἐπίσης ἔκανε καὶ προφητεῖες μὲ ἐσχατολογικὴ μορφή:
«Θὰ ἔρθη καιρός, ποὺ θὰ φέρη γύρες ὁ διάβολος μὲ τὸ κολοκύθι τoυ».
«Θὰ ’ρθη καιρὸς ποὺ θὰ ζωσθῆ ὁ τόπος μὲ μία κλωστή».
«Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενο στὰ ἑλληνικὰ ὕδατα, τότε θὰ λυθῆ τὸ ζήτημα τῆς Πόλης».
«Θὰ σᾶς ἐπιβάλουν μεγάλο καὶ δυσβάστακτο φόρο, ἀλλὰ δὲν θὰ προφτάσουν».
«Θὰ βάλουν φόρο στὶς κότες καὶ στὰ παράθυρα».
«Οἱ κλέφτες θὰ λείψουν ἀπὸ τὰ βουνά, ἀλλὰ θὰ ἔρχωνται μέρα μεσημέρι, ντυμένοι μὲ τὰ ὑποδήματα, νὰ σᾶς ληστέψουν».
«Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ θὰ διευθύνουν τὸν κόσμο τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα».
«Θὰ δοῦμε καὶ θὰ ζήσουμε Σόδομα καὶ Γόμορρα στὸν τόπο μας».
«Οἱ ἄνθρωποι θὰ μείνουν πτωχοί, γιατί δὲν θάχουν ἀγάπη στὰ δένδρα».
«Μὴ χαλᾶτε τὰ δάση. Αὐτὰ θὰ σᾶς κρύψουν, θὰ σᾶς σώσουν. Μὴν τὰ χαλᾶτε, γιατί ὁ τόπος σας θὰ γίνη γκρεμίσματα».
 
Ἱερὰ Παρακαταθήκη
Τελειώνοντας αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ στὴν χαρισματικὴ μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος, Ἐθνομάρτυρος καὶ Ἰσαποστόλου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι τὸ Ἔθνος μας ὀφείλει τὴν ἀναβίωσί του καὶ ἀναδημιουργία του στὴν ἀποστολικὴ προσφορά του. Θὰ ἦταν παράλειψι, ἂν δὲν ἀναφέρουμε ὅτι μὲ τὰ θεοφόρα καὶ πύρινα κηρύγματά του ὁ Ἅγιος συγκρότησε τὴν εἰς Χριστὸν πίστι, ἀφύπνισε τὴν ἐθνικὴ συνείδησι, ἐδημιούργησε τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἀποτίναξι τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, κατήργησε τὴν μοιρολατρία καὶ ἀπογοήτευσι τῶν ραγιάδων, ἀπόκτημα τῆς μακραίωνης σκλαβιᾶς τους, ἔδωσε θάρρος μὲ τὶς προφητεῖες του γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων.
Γιὰ τοὺς λόγους τούτους εἶναι σημαντικοὶ καὶ ἐξαίσιοι οἱ λόγοι τῶν Διδαχῶν του. Καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ἐλέγχουν, τονίζουν τὶς εὐθύνες μας καὶ λαμβάνουν τεράστιες διαστάσεις ἀληθείας. Εἶναι ἱερὰ ἡ παρακαταθήκη τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, ἀλλὰ καὶ ἡ δική μας κληρονομιά.
Θὰ τελειώσουμε μὲ τὰ λόγια το Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τὰ ὁποία μαρτυροῦν καὶ βεβαιώνουν ὅτι ὁ Ἅγιός μας μὲ τὸν πύρινο, δυναμικό, πνευματέμφορο καὶ χριστοκεντρικὸ λόγο εἶναι διάδοχος τῶν Ἀποστόλων, Ἰσαπόστολος. Μέσα ἀπὸ τὰ φλογερὰ ἀποστολικά του κηρύγματα μαρτυρεῖται χαρακτηριστικὰ τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ ὁ ἴδιος εἶχε πλήρη ἐπίγνωση τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς του:
«Πρέπον καὶ εὔλογον ἦταν, ἀδελφοί μου, νὰ εἶχα καὶ ἐγὼ τὴν καρδίαν μου καθαρὰν ὡσὰν τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους. Ἐδῶ ποὺ ἀξιώθηκα καὶ ἦλθα εἰς τὴν εὐλογημένην σας χώραν καὶ σᾶς ἀπήλαυσα καὶ μὲ ἐδεχθήκατε ὡς Ἀπόστολον τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἔχω ἐκείνην τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ εὐλογήσω τὴν χώραν σας, μὰ δὲν τὴν ἔχω, ἐπειδὴ καὶ εἶμαι ἁμαρτωλός. Πλὴν ἀποτολμῶ καὶ παρακαλῶ τὸν γλυκύτατόν μου Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ Θεόν, καθὼς ἐσπλαγχνίσθη τότε διὰ μέσου τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἔτσι καὶ τώρα νὰ ἐσπλαγχνισθῆ ὁ Κύριος, διὰ πρεσβειῶν τῆς Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, νὰ στείλη οὐρανόθεν τὴν χάριν Του καὶ τὴν εὐλογίαν Του, νὰ εὐλογήση τὰ σπίτια σας καὶ νὰ εὐλογήση καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναίκας, τὰ πράγματά σας καὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σας…».
 
Δίπτυχα τς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2014, σ. 7-21.
 

Ἀποτομὴ κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου
 
Μία φωνὴ
 
 
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ἀγαπητοί μου,ποὺ ἑορτάζει σήμερα, εἶνε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μορφὲς ποὺ τιμᾷ ἡ Ἐκκλησίαμας.Τὸν εἴδαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους, κοντὰστὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, μέσαστὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζει ἡ Ἐκκλησία τὴν Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων (βλ. Μᾶρκ. 1,1-8) .Τὸν εἴδαμε νὰ βγαίνῃ μέσα ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ νύχτα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης, ν᾿ ἀνατέλλῃ σὰν λαμπρὸ ἀστέρι, σὰν τὸν αὐγερινό, καὶ νὰ προειδοποιῇ τὸν κόσμο, ὅτι σὲ λίγο θὰ βγῇ ὁ ἥλιος, ὁ Χριστός, ποὺ θὰ φωτίσῃ ὁλόκληρο τὸ σύμπαν.Τὸν εἴδαμε νὰ στέκεται στὴν ἄκρη τοῦ Ἰορ-δάνου ποταμοῦ καὶ νὰ σαλπίζῃ σ᾿ ὅλο τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο· « Μετανοεῖτε  · ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2) .Τὸν ἀκούσαμε νὰ μιλάῃ μὲ θάρρος καὶ νὰ ἐλέγχῃ τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζῃπρόσωπα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ κανένα, χωρὶς νὰ κοιτάζῃ ποιός εἶνε αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὴν ἁμαρτία. Μικροὺς καὶ μεγάλους, φτωχοὺς καὶ πλουσίους, στρατιῶτες καὶ βασιλιᾶδες, ὅλους τοὺς ἤλεγχε. Ὁ λόγος του δὲν ἔκανε ἐξαίρεσι σὲ κανένα. Κι ὁ κόσμος, ποὺ ἔβλεπε ἕνα τέτοιο ἀσκητικὸ καὶ ἀτρόμητο κήρυκα, ἔτρεχαν ὅλοι κοντά του καὶ ἄκουγαν τὸ αὐστηρό του κήρυγμα καὶ δέχονταν τὶς συμβουλές του, καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας τους ἔπεφταν μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου.

Ἔτσι εἴδαμε καὶ ἀκούσαμε τὸν Ἰωάννη στὴνἀρχὴ τοῦ ἔτους. Ἀλλὰ σήμερα, 29 Αὐγούστου, ὅλος ὁ κόσμος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ κλαί-ει καὶ θρηνεῖ. Ἡμέρα πένθους. Σήμερα σὰννὰ εἶνε Μεγάλη Παρασκευή. Ὁ κόσμος νηστεύει. Οὔτε κρέας οὔτε ψάρι, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ λάδι καταλύουν οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Γιατί; Γιατὶ σήμερα τὸ λαμπρὸ αὐτὸ ἀστέρι, ποὺ ἔλαμψε στὸν κόσμο, πάει νὰ βασιλέψῃ.
 
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος πεθαίνει .Πῶς πεθαίνει; Ἀπὸ φυσικὸ θάνατο, ὅπως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ποὺ περνοῦν τὰ χρόνια τους, γίνονται γέροι, ἀρρωσταίνουν καὶπεθαίνουν; Ἔτσι πέθανε ὁ Ἰωάννης; Πέθανεπάνω σ᾿ ἕνα μαλακὸ κρεβάτι, ἥσυχα, ἔχονταςδίπλα του τὰ ἀγαπημένα του πρόσωπα; Ὄχι.Πέθανε σὰν ἀετός, ποὺ πετώντας στὸν οὐρανὸ τὸν χτύπησαν τὰ βόλια τοῦ κυνηγοῦ. Πέθανε σὰν ἥρωας. Πέθανε σὰν μάρτυρας.
Ποιά ἡ αἰτία; Ἡ ἀλήθεια! Ἡ ἀλήθεια; Ναί, ἡ ἀλήθεια. Γιατὶ ἡ ἀλήθεια σκοτώνει τὰ πάθη,ἀλλὰ σκοτώνει κ᾿ ἐκεῖνον ποὺ κηρύττει τὴν ἀλήθεια καὶ χτυπάει ἀλύπητα τὰ ἀνθρώπινα πάθη, θέλοντας νὰ γιατρέψῃ τὸν ἄνθρωπο ἀ-πὸ τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶνε ἡ πιὸ φοβερὴ ἀρρώστια. Ὁ ἁμαρτωλὸς ποὺ ἔχει πωρωθῆ, ἀκούγοντας τὸν ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας, ὄχι μόνο δὲν μετανοεῖ, ἀλλὰ καὶ μισεῖ θανάσιμα αὐτὸνποὺ τὸν ἐλέγχει, καὶ θέλει νὰ κλείσῃ τὸ στόμα ποὺ λέει τὶς πικρὲς ἀλήθειες. Αὐτοὺς ποὺκολακεύουν καὶ λένε χίλιων λογιῶν ψέματα,ὁ κόσμος τοὺς ἀγαπᾷ· ἀλλ᾿ ἐκείνους ποὺ κηρύττουν τὴν ἀλήθεια, ποὺ δείχνουν τὶς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματά του καὶ ἐλέγχουν τὶς παρεκτροπές του, τοὺς μισεῖ καὶ τοὺς ἀποστρέφεται καὶ θέλει τὴν ἐξόντωσί τους. Αὐτὸ βλέπουμε καθαρὰ στὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρο-μο.
Στὴν ἐποχή του ζοῦσε ἕνας βασιλιᾶς. Βασιλιᾶς ἀνήθικος. Ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκατου καὶ πῆρε μιὰ ἄλλη. Πῆρε τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του. Ζοῦσε μαζί της ὁ ἀθεόφοβος.
Ἡρῴδης ἦταν τὸ ὄνομα τοῦ βασιλιᾶ, Ἡρῳδιάδα ἔλεγαν τὴν παράνομη γυναῖκα του, καὶ Σαλώμη ἦταν τὸ ὄνομα τῆς θυγατέρας της. Μέσα στὰ ἀνάκτορα ζοῦσαν ὅλοι αὐτοί, καὶ μὲ τὴν αἰσχρή τους διαγωγὴ εἶχαν γίνει τεράστιο κοινωνικὸ σκάνδαλο. Ποιός τολμοῦσε νὰ τοὺς ἐλέγξῃ; Αὐτὸ δὲν ἦταν κάτι εὔκολο. Ὅλοι ἔτρεμαν τὸ βασιλιᾶ, ποὺ ἀπὸ τὸν αἱμοβόρο πατέρα του (τὸν ἄλλο ἐκεῖνο Ἡρῴδη πού ᾿χεσφάξει τὰ ἀθῷα νήπια τῆς Βηθλεέμ) εἶχε κληρονομήσει ὅλες τὶς κακίες. Γι᾿ αὐτό, ὅτανγιώρταζε ὁ βασιλιᾶς καὶ ἔκανε δεξιώσεις, ὅλοι πήγαιναν στὸ παλάτι καὶ τὸν προσκυνοῦσαν, καὶ τοῦ εὔχονταν νὰ εἶνε πολύχρονος κ᾿εὐτυχισμένος. Δίπλα του στεκόταν καὶ καμάρωνε ἡ αἰσχρὴ βασίλισσα, ἡ Ἡρῳδιάς, καὶ τὸ πορνικὸ ἐκεῖνο γύναιο, ἡ Σαλώμη, ἀντάξια κόρη τῆς μάνας. Ἦταν μία ἀθλία κατάστασι,ποὺ εἶχε ἐπιβληθῆ καὶ εἶχε κατακτήσει τὴν κορυφὴ τῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου καὶ ἡ ὁποίαδὲν θὰ ἄφηνε ἀνεπηρέαστο καὶ τὸ λαό.Τί διαφθορά , τί ἐξαχρείωσι, τί σαπήλα! Ἀλλοίμονο στὰ ἔθνη, ποὺ αὐτοὶ ποὺ τὰ κυβερνοῦν εἶνε διεφθαρμένοι καὶ ἄπιστοι. Τὸ κακότους παράδειγμα δὲν ἀργεῖ νὰ μιμηθῇ καὶ ὁπολὺς λαός. «Τὸ ψάρι βρωμάει ἀπ᾿ τὸ κεφάλι». λέει ἡ παροιμία.Κάποιος, λοιπόν, ἔπρεπε τώρα νὰ βρεθῇ,γιὰ νὰ ἐλέγξῃ τὴν αἰσχρὴ κατάστασι ποὺ βα-σίλευε στὸ παλάτι. Καὶ αὐτὸς δὲν ἦταν κανένας ἀπὸ τοὺς ἀξιωματούχους τῆς κοινωνίας·ἦταν ὁ πιὸ ἀνίσχυρος κατὰ κόσμον, ὁ ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
 
Αὐτὸς ποὺ δὲν εἶχε κανένα ἀξίωμα, καμμιάπεριουσία. Ἡ μόνη του περιουσία ἦταν μιὰκάππα φτειαγμένη ἀπὸ τρίχες καμήλας. Αὐτὸς μόνο τόλμησε κι ἀνέβηκε στὸ παλάτι καὶἤλεγξε τὸ βασιλιᾶ γιὰ τὴν παράνομη ζωή του,γιὰ τὸ σκάνδαλο ποὺ προκαλοῦσε μέσα στὸ βασίλειό του. Τοῦ εἶπε· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18) .Τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ Ἡρῴδης ὠργίστηκε καὶδιέταξε νὰ πιάσουν τὸν Ἰωάννη καὶ νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φυλακή. Καὶ ὁ Ἰωάννης φυλακίζεταιστὶς φοβερὲς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος. Ἐκεῖ ἔμεινε φυλακισμένος, ἕωςὅτου μιὰ νύχτα, ἐνῷ στὸ παλάτι ἔτρωγαν ἔπι-ναν χόρευαν μεθοῦσαν καὶ ὠργίαζαν, ἦρθαν στρατιῶτες, ἄνοιξαν τὴ φυλακή, πῆραν τὸν Ἰωάννη καὶ τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι. Κατόπιν τὸπῆραν καὶ τὸ πῆγαν στὸ παλάτι. Καὶ ὁ βασιλιᾶς τὸ πρόσφερε ὡς δῶρο μέσα σ᾿ ἕνα πιάτο στὴν αἰσχρὴ θυγατέρα τῆς Ἡρῳδιάδος, τὴ Σαλώμη, ποὺ εἶχε χορέψει καὶ εἶχε μαγέψειτὸ βασιλιᾶ.Ἔτσι ἔδυσε τὸ ἀστέρι. Ἔτσι τελείωσε τὴζωή του ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής. Μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀλήθεια .
 
Ὅσοι, ἀγαπητοί μου, ἀκοῦμε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος βλέπουμε τὸ κακὸ στὴ σημερινὴ ἐποχὴ νὰ ξαπλώνεται συνεχῶς καὶ νὰ κυριαρχῇ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ χιλιάδες παράνομα ζεύγη νὰ ζοῦν μέ-σα στὴ χριστιανική μας κοινωνία, χιλιάδες Ἡρῳδιάδες καὶ Σαλῶμες, πόρνες καὶ ἀνδροχωρίστρες, νὰ κυκλοφοροῦν ἐλεύθερα καὶ νὰ εἶνε δημόσιο σκάνδαλο, καὶ –τὸ χειρότερο– κανείς νὰ μὴν ἐλέγχῃ τὴ φοβερὴ αὐτὴ κατάστασι, ὅσοι βλέπουν καὶ ἀκοῦνε τὴν κοινωνικὴ αὐτὴ διαφθορά, ἀναστενάζουν καὶ λένε· Ποῦ εἶνε ἐκεῖνοι, ποὺ λόγῳ τῆς ἀποστολῆς καὶ τῆς θέσεώς τους πρέπει νὰ ἐλέγξουν τὸ κακό;
Ποῦ εἶνε οἱ Πρόδρομοι; Ποῦ εἶνε οἱ θαρραλέοι κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου; Ποῦ εἶνε οἱ ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου; Ποῦ εἶνε οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ θὰ ξεσηκωθοῦν σὲ μιὰ σταυροφορία, σὲ μιὰ γενικὴ ἐπανάστασι ἐναντίον τῆς διαφθορᾶς τῶν ἠθῶν;Γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο τὴν εὐθύνη δὲν τὴν ἔχουν μόνο αὐτοὶ ποὺ κάνουν τὸ κακό· τὴν εὐθύνη τὴν ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διδάξουν, νὰ παρατηρήσουν, νὰ ἐλέγξουν καὶ νὰ τιμωρήσουντὸ κακό, ἀλλ᾿ εἴτε ἀπὸ δειλία εἴτε ἀπὸ ἰδιοτελῆ καὶ ἐλεεινὰ συμφέροντα ἀφήνουν τὸ κακὸ ἀνεξέλεγκτο. Καὶ τὸ κακό , ἐφ᾿ ὅσον δὲνβρίσκει καμμιά ἀντίδρασι, παίρνει πιὸ πολὺ θάρρος, ἀποθρασύνεται, δυναμώνει καὶ προχωρεῖ σὰν μιὰ φοβερὴ ἐπιδημία , ποὺ ἐπειδὴ οἱ γιατροὶ δὲν τὴν πολεμοῦν στὰ πρῶτα βήματά της ξαπλώνεται καὶ ἐρημώνει χωριὰ καὶ πολιτεῖες.
 
Σήμερα, ποὺ ἑορτάζουμε τὴν ἑορτὴ τῆς ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἂς διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του τέλος. Ἂς ἀφήσουμε τὴ δειλία, τὴν ἀνοχή,τοὺς ὑπολογισμούς, τοὺς συμβιβασμούς, τὴν κολακεία καὶ τὴν ἰδιοτέλεια. Ἂς γίνουμε ἄνθρωποι εἰλικρινεῖς καὶ θαρραλέοι. Ἂς λέμε παντοῦ καὶ πάντοτε τὴν ἀλήθεια . Καὶ χάριν τῆς ἀλήθειας νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ κάθε θυσία. Τότε θὰ ἑορτάζουμε ἐπαξίως τὴν ἑορτὴτοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.
 
 
Γράφει  Ἀρχιμ.  Ἰωὴλ  Κωνστάνταρος
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ιη΄ 23-35)
Τὸ ὅτι ὁ Θεὸς συγχωρεῖ τὸν ἄνθρωπο ὅ,τι κι ἂν ἔχει διαπράξει, ὅταν φυσικὰ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ καὶ ζητήσει συγχώρεση, αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα. 
Τὸ πρόβλημα ὅμως ἀνακύπτει ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ ἢ μᾶλλον δὲν θέλει νὰ συγχωρέσει τὸν “συνδουλὸ του”, τὸν συνάνθρωπό του. 
Ἀλλὰ τί ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ ἐνῶ ὁ Θεὸς λησμονεῖ, ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται αὐτὴ τὴν λυτρωτικὴ γιὰ τὸν ἴδιο πράξη;  Ἡ παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων τὴν ὁποία θὰ ἀκούσουμε στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπή, φωτίζει τὸ θέμα καὶ τονίζει τὴν κατάληξη ὅσων ἀρνοῦνται καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ μιμηθοῦν τὸν Θεὸ καὶ νὰ ξεδιπλώσουν τὴν ἀγάπη τους. 
Τὸ τί αἰσθάνθηκε ὁ δοῦλος καὶ ὀφειλέτης τοῦ ὁποίου παραγράφτηκε τὸ δυσβάστακτο χρέος τῶν μυρίων ταλάντων, ἕνεκεν τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Κυρίου του, αὐτὸ τὸ βιώνει κανεὶς ὅταν μέσα στὸ “λουτρὸ τῆς μετανοίας”, στὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἐναποθέτει στὸ βάθρο τοῦ....
Ἐσταυρωμένου τὸ βάρος τῶν πολλῶν του ἁμαρτημάτων. “Σπλαγχνισθείς ὁ Κύριος τὸν δοῦλον ἀπολύει αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφήκει αὐτώ”.
 Νὰ ὅμως φίλοι μου ποὺ ἡ ὅλη διαδικασία δὲν σταματᾶ στὸ σημεῖο αὐτό. Εἶναι ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος ποὺ δέχεται τὴν εὐλογία τῆς συγχωρήσεως, στὴ συνέχεια νὰ περάσει καὶ στὴν ἀναγκαία διαδικασία, στὴν πράξη δηλ. ποῦ ἀποδεικνύει ὅτι συνειδητοποίησε ὄχι ἁπλῶς συναισθηματικῶς, ἀλλὰ οὐσιαστικῶς τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως φανερώνει ὁ Εὐαγγελικὸς λόγος ἡ πράξη αὐτὴ ὀνομάζεται συγχώρεσις τοῦ “συνδούλου”, τοῦ ἀδελφοῦ. 
 Ἃς μὴ σπεύσει κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι αὐτὸ εἶναι μιὰ εὔκολη ὑπόθεση. Πολλὲς φορές, ἀκόμα καὶ στὰ πνευματικὰ κατορθώνουμε τὰ “δύσκολα” καὶ σκοντάπτουμε στὰ “εὔκολα”. 
 Ἀλλὰ τί ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο ὄχι ἁπλῶς νὰ μπλοκάρει μετὰ τὴν δική του ἄφεση καὶ τὸ “σχίσιμον τοῦ χειρογράφου” του, ἀλλὰ νὰ ξεσπᾶ ἀπὸ μέσα του κάποιες φορὲς μιὰ περίεργη κακία καὶ μιὰ πειρασμικὴ ἐμμονὴ στὸ λιγοστὸ χρέος τοῦ ἀδελφοῦ; 
 Πολλοὶ εἶναι οἱ λόγοι. Ὁ κυριότερος ὅμως πέριξ του ὁποίου στρέφονται καὶ ἄλλες καταστάσεις εἶναι ἡ ψυχρότητα τῆς ἀγάπης τὴν ὁποία συνακολουθεῖ ἡ κακία μὲ ὅλα τα συμπαρομαρτούντα. 
 Ἀποδεικνύει ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ αὐτὴν τὴν ψυχικὴ κατάσταση πὼς δὲν ἔχει συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ συγχώρεσις ποὺ ζητᾶ ἀπὸ τὸν Θεό, προϋποθέτει ἀπὸ τὸν ἴδιο τὴν συγχώρεση τοῦ ἀδελφοῦ του. Δὲν ἔχει κατανοήσει ὅτι τὸ μυστήριο δὲν λειτουργεῖ “μαγικῶ τῷ τρόπω”, ἀλλὰ ὅτι εἶναι ἀνάγκη ὁ συγχωρούμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ προσφέρει μέσα ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀναλογεῖ ὡς συγχώρεση καὶ ὡς λησμονιὰ στὰ λάθη τῶν “συνδούλων”.
 Ἀλλὰ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἶναι ἀνάγκη νὰ προσεχθεῖ εἶναι ἡ πραγματικότητα τῆς “συνδουλείας”. Ἔχουν τὸν ἴδιο ἐργοδότη καὶ βρίσκονται στὸν ἴδιο ἐργασιακὸ χῶρο. Ὁ ἄνθρωπος ὅσο κι ἂν δὲν θέλει νὰ τὸ παραδεχθεῖ, οὐδέποτε παραμένει αὐτόνομος καὶ φυσικὰ σὲ οὐδεμία τῶν περιπτώσεων θὰ παραμείνει χωρὶς χρέος μπροστὰ στὸν Κύριό του. Ναὶ μὲν ὁ Κύριός του “ἀπέλυσε αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτώ”, ὅμως τοῦτο δὲν σημαίνει πὼς φεύγει καὶ ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία του. Πολὺ δὲ περισσότερο αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι σὲ λίγο δὲν θὰ ἀρχίσει καὶ πάλι ἡ διαδικασία ἑνὸς νέου χρέους. 
 Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι κάτι ποὺ συντελεῖται ἅπαξ καὶ διὰ παντός, ἀλλὰ εἶναι μιὰ διαδικασία καὶ ἕνας τρόπος ζωῆς ἀκατάπαυστος καὶ ἰσόβιος. Τὸ δὲ συγκλονιστικὸ εἶναι ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς συγχωρεῖ ἁμαρτήματα, ἐνῶ ἐμεῖς ἀρνούμαστε νὰ συγχωρήσουμε λάθη τοῦ ἀδελφοῦ, πού, ὅσο βαριὰ κι ἂν μᾶς φαίνονται αὐτά, δὲν εἶναι παρὰ πταίσματα μπροστὰ στὰ δικά μας ἐγκλήματα. 
  Πραγματικὰ συγκλονίζεται ὁ ἄνθρωπος ὅταν συνειδητοποιήσει ὅτι φέρει ἐπάνω του τόσο τὸ βάρος καὶ τὴν ἐνοχὴ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ὅσο καὶ τὰ ἑκούσια ἁμαρτήματα ποὺ “λόγω, ἔργω, διανοία” δίχως σταματημὸ διαπράττει καὶ συσσωρεύει ὅσο βρίσκεται σὲ αὐτὴ τὴ ζωή.
 Ἐὰν τώρα προσθέσουμε καὶ “δάνεια” τῶν χαρισμάτων ποὺ ἔχουμε λάβει καὶ μαζὶ μ΄ αὐτὰ τὶς δωρεὲς τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων ποὺ ἐξαιτίας τῆς θεϊκῆς ἀγάπης ἐντελῶς δωρεὰν ἀπολαμβάνουμε, τότε μποροῦμε κάπως νὰ αἰσθανθοῦμε τὸ τί ὀφείλουμε στὸν Κύριό μας καὶ Θεό μας. 
 Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ ἀκόμα περισσότερο συγκλονίζει εἶναι ὅτι δὲν παραμένουμε ἀνεξέλεγκτοι. Ὅτι τελικῶς θὰ δώσουμε λόγο γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ χρεώνονται μέρα μὲ τὴν ἡμέρα στὸν προσωπικό μας λογαριασμό. 
 Τὸ “ἠθέλησε συνάραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοὺ” ὁ Κύριος, κάνει τὸν κάθε συνειδητοποιημένο πιστὸ νὰ προσβλέπει στὸν εὔκολο τρόπο διὰ τοῦ ὁποίου θὰ ἀποσβέσει τὸ χρέος του. Δηλαδὴ στὴν οὐσιαστικὴ προσωπική του μετάνοια καὶ στὴν ὁλόψυχη συγνώμη ποὺ θὰ παράσχει στὸν ἀδελφό του. 
 Τὸν ὀφειλέτη τῶν μυρίων ταλάντων βλέπουμε πὼς δὲν τὸν σώζει το ὅτι ὁ Κύριός του τὸν συγχώρεσε καὶ τοῦ χάρισε ὅ,τι χρεωστοῦσε, οὔτε πάλι τὸ ὅτι καθημερινῶς βρίσκεται στὴν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου του, οὔτε προφανῶς τὸ ὅτι κάποιες φορὲς θὰ κάθισε κοντά του στὸ ἴδιο τραπέζι ἀπολαμβάνοντας “ξενίας Δεσποτικής”. Ὅπως τελικῶς δὲν θὰ ὠφελήσει σὲ τίποτε, μᾶλλον θὰ ἐπιβαρύνει τὴν θέση τοῦ πιστοῦ πού, ἐνῶ τηρεῖ ὅλες τὶς διατάξεις καὶ ὅλα, ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ τὰ ἐλάχιστα ἕως τὰ “βαρύτερά το νόμου”, ἐὰν τελικῶς ὁ ἴδιος δὲν προσφέρει ἁπλόχερα τὴν ἀγάπη στὸν συνδουλό του. Τὴν ἀγάπη ποὺ μεταφράζεται σὲ συγχώρηση ἀλλὰ καὶ σὲ προσφορὰ ἐπιπλέον βοηθημάτων καὶ συνδρομῶν.
 Τελικῶς, θὰ πρέπει νὰ γίνει κατανοητὸ απ΄ ὅλους μας ὅτι ἡ μεγάλη δωρεὰ τῆς συγχωρήσεώς μας βρίσκεται μὲν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐνεργοποιεῖται ἀπὸ τὴν θέληση τὴν δική μας. 
 Ἃς μὴ σταματᾶ λοιπὸν τὸ βλέμμα τῆς καρδιᾶς μᾶς μόνο στὸν πνευματικὸ νόμο τῆς συγχωρήσεως διὰ τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου, ἂλλ΄ ἃς περνᾶ καὶ στὴν δευτέρα πράξη τοῦ πνευματικοῦ νόμου, στὴν συγχώρεση δηλ. τοῦ “συναδελφού” μας. 
 Ἡ δευτέρα, ἢ μᾶλλον ταυτόχρονη ὁλοκάρδια πράξη τῆς ἀγάπης, ἐνεργοποιεῖ τὴν πρώτη καὶ ἔτσι ἔρχεται τὸ εὐλογημένο ἀποτέλεσμα. Ἐὰν ὅμως κανεὶς ἐπιμένει στὴν ἄρνηση αὐτῆς τῆς ἀγάπης, τότε δὲν ἔχει παρὰ νὰ σταθεῖ στοὺς δύο τελευταίους στίχους τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἴδιου του Ἰησοῦ θριματίζουν κάθε πάγο καὶ σαρώνουν κάθε “λογικὴ” ἀντίρρηση ποὺ μπορεῖ νὰ φέρει ὁ ἐσκοτισμένος νοῦς. 
 Στὸ χέρι λοιπὸν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ δεχθεῖ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ὡς ὁλοκληρωτικὴ δωρεὰ συγχωρήσεως καὶ προσαυξήσεως χάριτος, καὶ στὸ χέρι τοῦ εἶναι πάλι νὰ βιώσει τὴν “ὀργήν” τοῦ Κυρίου του, περνώντας “τοῖς βασανισταῖς ἕως οὐ ἀποδῶ πᾶν το ὀφειλόμενον αὐτώ”. Ἀλλὰ θὰ μπορέσει ποτὲ νὰ πληρώσει; Δυστυχῶς! Εἶναι χρέος ἀνεξόφλητον. Εἶναι δυνατὸν ποτὲ ἕνας πάμπτωχος δοῦλος νὰ πληρώσει χρέος ἑκατοντάδων ἑκατομμυρίων; Ἂλλ΄ εἶναι πολὺ περισσότερο ἀδύνατον νὰ ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ τεράστιο βάρος τῶν ἁμαρτιῶν του, καὶ μάλιστα ὅταν παρέλθει ἡ παροῦσα ζωή. Αὐτὸ μόνο μὲ τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ πληρώνεται. Ἀλλὰ αὐτὴ τὴ θυσία ὁ ἄνθρωπος τοῦ μίσους τὴν καταπάτησε καὶ τὴν ἀρνήθηκε. Ἔδειξε διαγωγὴ ἐντελῶς ἀντίθετη πρὸς τὸ νόμο καὶ τὴ διαγωγὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ζητᾶ νὰ συγχωροῦμε πρῶτα ὥστε νὰ συγχωρεθοῦμε στὴ συνέχεια. 
Ἀδελφοί μου. Ἡ πνευματικὴ ζωή, δηλ. ἡ Ὀρθόδοξος πνευματικότης, στηρίζεται μὲν στὴν Πίστη ἀλλὰ ταυτοχρόνως οἰκοδομεῖται στὴν Ἀγάπη. Τὸ δὲ χειρότερο ἂπ΄ ὅλα τα ἁμαρτήματα εἶναι το νὰ μὴ συγχωροῦμε τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο. 
Καὶ ἃς μὴ ξεφεύγει ποτὲ ἀπὸ τὸ νοῦ μας ὅτι καθημερινῶς ἐμεῖς οἱ ἴδιοι φέρουμε ἐπάνω μας διὰ τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς μιὰ μεγάλη εὐχὴ ποὺ ἐὰν δὲν προσέξουμε μπορεῖ νὰ ἀποβεῖ σὲ μεγάλη κατάρα. Ποιὰ τώρα εἶναι αὐτή; “Και ἅφες ἠμὶν τὰ ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καὶ ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμών” (Ματθ. στ΄ 12). 
Ἀμήν.
 
Κάτω ἀπὸ τὰ πυρὰ τῶν ὅλμων , δυὸ ὀρθόδοξοι ρωσόφωνοι ἱερεῖς στὸ Ντονέτσκ, περνᾶνε ἀπὸ ὅλα τα χαρακώματα καὶ τὶς θέσεις τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς πόλης γιὰ νὰ τοὺς εὐλογήσουν μὲ τὰ κειμήλια ποὺ ἀποκόμισαν ὡς εὐλογία ἀπὸ ταξίδι τους στὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἡ 19η Αὐγούστου ἦταν διπλὴ γιορτὴ γιὰ τοὺς κατοίκους τοῦ Ντοντέτσκ καὶ  γιὰ τὴν πολιτοφυλακὴ ποὺ ἀγωνίζεται νὰ μὴν παραδοθεῖ ἡ πόλη καὶ ὁ πληθυσμός της στὰ στρατεύματα τοῦ Νέου Φύρερ Ποροσένκο.Ἦταν ἡ γιορτὴ τῆς Μεταμόρφωσης ἀλλὰ καὶ ἡ ὑποδοχὴ τῆς εὐλογίας  τοῦ Ἁγίου Ὅρους πρὸς τὸν ἀντιστεκόμενο λαὸ τοῦ Ντονμπάς.
Οἱ δυὸ ἱερεῖς μὲ ἁγιογραφημένο ἀπὸ ἀθωνίτες μοναχούς, ἀντίγραφο τῆς θαυματουργῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας Πορταίτισσας, μὲ τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου τοποθετημένο σὲ θήκη ἀσημένιου καὶ καδραρισμένου Σταυροῦ καὶ μὲ μιὰ ἀκόμα ἁγιογραφημένη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Παντελέημονα, προστάτη τῆς ἀθωνίτικης ρωσικῆς Μονῆς, εὐλόγησαν ἕναν πρὸς ἕναν τούς....
ἄνδρες καὶ τὶς γυναῖκες  τῆς πολιτοφυλακῆς. 
Σὲ κάθε θέση, σὲ κάθε μονάδα, σὲ ὑπόγεια καταφύγια ἢ σὲ ὑπαίθριες ζῶνες, στήνονταν τὰ αὐτοσχέδια εἰκονοστάσια. Ἀκόμα καὶ πάνω  σε ὀχωρυματικὰ σακιά, ἢ ἄδεια κουτιὰ ἀπὸ πολεμοφόδια. Μετὰ τὸ διάβασμα τῆς εὐχῆς, ὁ κάθε πολιτοφύλακας , μεταξύ των ὁποίων καὶ γυναῖκες, προσκυνοῦσαν τὰ κειμήλια, καὶ ἔπαιρναν εὐλογία ἀπὸ μιὰ εἰκονίτσα τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα. Οἱ δυὸ ἱερεῖς τοὺς ράντιζαν μὲ ἁγιασμὸ καὶ τοὺς εὔχονταν νὰ ἔχουν πνευματικὴ βοήθεια στὸν ἀγώνα.Προσευχήθηκαν νὰ τύχουν τῆς θείας βοήθειας καὶ ὑπεράσπισης, γνωρίζοντας ὅτι δίνουν ἕναν ἄνισο ἀγώνα μὲ τὰ ὑπεροπλισμένα στρατεύματα καὶ τὰ παραστρατιωτικὰ τάγματα τῆς χούντας τοῦ Κιέβου. 
Πρὸς ἐνίσχυση τῶν ἀγωνιστῶν ὁ ἱερέας εἶπε τὰ ἑξῆς λόγια: 
Οἱ γέροντες στὸ Ἄθως κατάλαβαν μόνοι τους ὅτι εἴμαστε ἀπὸ τὸ Ντόνετσκ καὶ μᾶς περίμεναν μὲ τρεῖς εἰκόνες. Τὶς ἁγιογράφησαν ὡς ἐρημίτες στὰ βουνά.  Ξέρουν ἀκόμα καὶ τί συμβαίνει ἐδῶ στὴ χώρα μας, καὶ μᾶς ἔδωσαν αὐτὲς τὶς εἰκόνες ὡς εὐλογία γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τοὺς πολεμιστές μας στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν Ἱερὴ Ὀρθόδοξη πίστη. Οἱ γέροντες δὲν ξέρουν  πολλὰ γιὰ τὸν φασισμὸ τῶν μπαντεριστῶν ἀλλὰ γνωρίζουν ὅτι σὲ αὐτὰ ἐδῶ τα ἐδάφη πολεμιέται ἡ Ὀρθόδοξη θρησκεία ἀπὸ τοὺς “γιάνκηδες”, ξέρουν τὸ βάθος …Ἔκαναν τὴν εἰκόνα μὲ τέτοια πίστη,μὲ τέτοια ἐλπίδα ὥστε ἐσεῖς νὰ ἔχετε τὴ νίκη  καὶ μᾶς ζήτησαν νὰ σᾶς τὴν μεταφέρουμε ὥστε νὰ ἔχετε αὐτὴν ἐλπίδα. Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, ὁ Θεὸς εἶναι Δικαιοσύνη. 
Ἀκόμα καὶ κάτω ἀπὸ τὰ πυρὰ τῶν ὅλμων ἡ προσευχὴ δὲν σταματοῦσε. Νεαρὸς στρατιώτης ποὺ ἦταν ἀβάπτιστος παρουσιάστηκε καὶ ζήτησε νὰ βαπτισθεῖ καθὼς ὅπως εἶπε «στὰ χαρακώματα , δὲν ὑπάρχουν ἄθεοι». 
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς 
μᾶς δείχνει τὴν πορεία τοῦ ἀγώνα μας
Τοῦτο σᾶς λέγω καὶ σᾶς παραγγέλω· κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατεβῆ κάτω, κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνεβῆ ἐπάνω, κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση, σήμερον, αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμί σας ἂς τὸ καύσουν, ἂς τὸ τηγανίσουν· τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν· μὴ σᾶς μέλλει· δώσατέ τα· δὲν εἶνε ἰδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δυὸ ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δυὸ νὰ τὰ φυλάγετε, νὰ μὴ τὰ χάσετε. Τώρα, ἀδελφοί μου, τί σημεῖον καρτεροῦμεν; Δὲν καρτεροῦμεν ἄλλο παρὰ πότε νὰ λάμψῃ ὁ πανάγιος Σταυρὸς εἰς τὸν οὐρανὸν περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ νὰ λάμψῃ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἑπτὰ φορὰς περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, μὲ χίλιες χιλιάδες καὶ μύριες μυριάδες Ἀγγέλους, μὲ δόξαν θεϊκήν.

www.orthodoxia-ellhnismos.gr