Γράφει ὁ Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ιη΄ 23-35)
Τὸ ὅτι ὁ Θεὸς συγχωρεῖ τὸν ἄνθρωπο ὅ,τι
κι ἂν ἔχει διαπράξει, ὅταν φυσικὰ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ καὶ
ζητήσει συγχώρεση, αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα.
Τὸ πρόβλημα ὅμως ἀνακύπτει ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ ἢ μᾶλλον δὲν θέλει νὰ συγχωρέσει τὸν “συνδουλὸ του”, τὸν συνάνθρωπό του.
Ἀλλὰ τί ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ ἐνῶ ὁ Θεὸς λησμονεῖ, ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται αὐτὴ τὴν λυτρωτικὴ γιὰ τὸν ἴδιο πράξη; Ἡ
παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων τὴν ὁποία θὰ ἀκούσουμε στὴν Εὐαγγελικὴ
περικοπή, φωτίζει τὸ θέμα καὶ τονίζει τὴν κατάληξη ὅσων ἀρνοῦνται καὶ
στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ μιμηθοῦν τὸν Θεὸ καὶ νὰ ξεδιπλώσουν τὴν ἀγάπη τους.
Τὸ τί αἰσθάνθηκε ὁ δοῦλος καὶ ὀφειλέτης
τοῦ ὁποίου παραγράφτηκε τὸ δυσβάστακτο χρέος τῶν μυρίων ταλάντων, ἕνεκεν
τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Κυρίου του, αὐτὸ τὸ βιώνει κανεὶς ὅταν μέσα στὸ
“λουτρὸ τῆς μετανοίας”, στὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἐναποθέτει στὸ
βάθρο τοῦ....
Ἐσταυρωμένου τὸ βάρος τῶν πολλῶν του ἁμαρτημάτων. “Σπλαγχνισθείς ὁ Κύριος τὸν δοῦλον ἀπολύει αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφήκει αὐτώ”.
Νὰ ὅμως φίλοι μου ποὺ ἡ ὅλη διαδικασία
δὲν σταματᾶ στὸ σημεῖο αὐτό. Εἶναι ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος ποὺ δέχεται τὴν
εὐλογία τῆς συγχωρήσεως, στὴ συνέχεια νὰ περάσει καὶ στὴν ἀναγκαία
διαδικασία, στὴν πράξη δηλ. ποῦ ἀποδεικνύει ὅτι συνειδητοποίησε ὄχι
ἁπλῶς συναισθηματικῶς, ἀλλὰ οὐσιαστικῶς τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐσπλαγχνία
τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως φανερώνει ὁ Εὐαγγελικὸς λόγος ἡ πράξη αὐτὴ ὀνομάζεται
συγχώρεσις τοῦ “συνδούλου”, τοῦ ἀδελφοῦ.
Ἃς μὴ σπεύσει κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι
αὐτὸ εἶναι μιὰ εὔκολη ὑπόθεση. Πολλὲς φορές, ἀκόμα καὶ στὰ πνευματικὰ
κατορθώνουμε τὰ “δύσκολα” καὶ σκοντάπτουμε στὰ “εὔκολα”.
Ἀλλὰ τί ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνο ποὺ κάνει
τὸν ἄνθρωπο ὄχι ἁπλῶς νὰ μπλοκάρει μετὰ τὴν δική του ἄφεση καὶ τὸ
“σχίσιμον τοῦ χειρογράφου” του, ἀλλὰ νὰ ξεσπᾶ ἀπὸ μέσα του κάποιες φορὲς
μιὰ περίεργη κακία καὶ μιὰ πειρασμικὴ ἐμμονὴ στὸ λιγοστὸ χρέος τοῦ
ἀδελφοῦ;
Πολλοὶ εἶναι οἱ λόγοι. Ὁ κυριότερος
ὅμως πέριξ του ὁποίου στρέφονται καὶ ἄλλες καταστάσεις εἶναι ἡ ψυχρότητα
τῆς ἀγάπης τὴν ὁποία συνακολουθεῖ ἡ κακία μὲ ὅλα τα συμπαρομαρτούντα.
Ἀποδεικνύει ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ
αὐτὴν τὴν ψυχικὴ κατάσταση πὼς δὲν ἔχει συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ
συγχώρεσις ποὺ ζητᾶ ἀπὸ τὸν Θεό, προϋποθέτει ἀπὸ τὸν ἴδιο τὴν συγχώρεση
τοῦ ἀδελφοῦ του. Δὲν ἔχει κατανοήσει ὅτι τὸ μυστήριο δὲν λειτουργεῖ
“μαγικῶ τῷ τρόπω”, ἀλλὰ ὅτι εἶναι ἀνάγκη ὁ συγχωρούμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ
προσφέρει μέσα ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀναλογεῖ ὡς συγχώρεση καὶ
ὡς λησμονιὰ στὰ λάθη τῶν “συνδούλων”.
Ἀλλὰ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἶναι ἀνάγκη νὰ
προσεχθεῖ εἶναι ἡ πραγματικότητα τῆς “συνδουλείας”. Ἔχουν τὸν ἴδιο
ἐργοδότη καὶ βρίσκονται στὸν ἴδιο ἐργασιακὸ χῶρο. Ὁ ἄνθρωπος ὅσο κι ἂν
δὲν θέλει νὰ τὸ παραδεχθεῖ, οὐδέποτε παραμένει αὐτόνομος καὶ φυσικὰ σὲ
οὐδεμία τῶν περιπτώσεων θὰ παραμείνει χωρὶς χρέος μπροστὰ στὸν Κύριό
του. Ναὶ μὲν ὁ Κύριός του “ἀπέλυσε αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτώ”,
ὅμως τοῦτο δὲν σημαίνει πὼς φεύγει καὶ ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία του. Πολὺ δὲ
περισσότερο αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι σὲ λίγο δὲν θὰ ἀρχίσει καὶ πάλι ἡ
διαδικασία ἑνὸς νέου χρέους.
Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι κάτι ποὺ
συντελεῖται ἅπαξ καὶ διὰ παντός, ἀλλὰ εἶναι μιὰ διαδικασία καὶ ἕνας
τρόπος ζωῆς ἀκατάπαυστος καὶ ἰσόβιος. Τὸ δὲ συγκλονιστικὸ εἶναι ὅτι ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς συγχωρεῖ ἁμαρτήματα, ἐνῶ ἐμεῖς ἀρνούμαστε νὰ
συγχωρήσουμε λάθη τοῦ ἀδελφοῦ, πού, ὅσο βαριὰ κι ἂν μᾶς φαίνονται αὐτά,
δὲν εἶναι παρὰ πταίσματα μπροστὰ στὰ δικά μας ἐγκλήματα.
Πραγματικὰ συγκλονίζεται ὁ ἄνθρωπος
ὅταν συνειδητοποιήσει ὅτι φέρει ἐπάνω του τόσο τὸ βάρος καὶ τὴν ἐνοχὴ
τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ὅσο καὶ τὰ ἑκούσια ἁμαρτήματα ποὺ “λόγω,
ἔργω, διανοία” δίχως σταματημὸ διαπράττει καὶ συσσωρεύει ὅσο βρίσκεται
σὲ αὐτὴ τὴ ζωή.
Ἐὰν τώρα προσθέσουμε καὶ “δάνεια” τῶν
χαρισμάτων ποὺ ἔχουμε λάβει καὶ μαζὶ μ΄ αὐτὰ τὶς δωρεὲς τῶν Ἱερῶν
Μυστηρίων ποὺ ἐξαιτίας τῆς θεϊκῆς ἀγάπης ἐντελῶς δωρεὰν ἀπολαμβάνουμε,
τότε μποροῦμε κάπως νὰ αἰσθανθοῦμε τὸ τί ὀφείλουμε στὸν Κύριό μας καὶ
Θεό μας.
Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ ἀκόμα περισσότερο
συγκλονίζει εἶναι ὅτι δὲν παραμένουμε ἀνεξέλεγκτοι. Ὅτι τελικῶς θὰ
δώσουμε λόγο γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ χρεώνονται μέρα μὲ τὴν ἡμέρα στὸν
προσωπικό μας λογαριασμό.
Τὸ “ἠθέλησε συνάραι λόγον μετὰ τῶν
δούλων αὐτοὺ” ὁ Κύριος, κάνει τὸν κάθε συνειδητοποιημένο πιστὸ νὰ
προσβλέπει στὸν εὔκολο τρόπο διὰ τοῦ ὁποίου θὰ ἀποσβέσει τὸ χρέος του.
Δηλαδὴ στὴν οὐσιαστικὴ προσωπική του μετάνοια καὶ στὴν ὁλόψυχη συγνώμη
ποὺ θὰ παράσχει στὸν ἀδελφό του.
Τὸν ὀφειλέτη τῶν μυρίων ταλάντων
βλέπουμε πὼς δὲν τὸν σώζει το ὅτι ὁ Κύριός του τὸν συγχώρεσε καὶ τοῦ
χάρισε ὅ,τι χρεωστοῦσε, οὔτε πάλι τὸ ὅτι καθημερινῶς βρίσκεται στὴν
ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου του, οὔτε προφανῶς τὸ ὅτι κάποιες φορὲς θὰ κάθισε
κοντά του στὸ ἴδιο τραπέζι ἀπολαμβάνοντας “ξενίας Δεσποτικής”. Ὅπως
τελικῶς δὲν θὰ ὠφελήσει σὲ τίποτε, μᾶλλον θὰ ἐπιβαρύνει τὴν θέση τοῦ
πιστοῦ πού, ἐνῶ τηρεῖ ὅλες τὶς διατάξεις καὶ ὅλα, ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ τὰ
ἐλάχιστα ἕως τὰ “βαρύτερά τοῦ νόμου”,
ἐὰν τελικῶς ὁ ἴδιος δὲν προσφέρει ἁπλόχερα τὴν ἀγάπη στὸν συνδουλό του.
Τὴν ἀγάπη ποὺ μεταφράζεται σὲ συγχώρηση ἀλλὰ καὶ σὲ προσφορὰ ἐπιπλέον
βοηθημάτων καὶ συνδρομῶν.
Τελικῶς, θὰ πρέπει νὰ γίνει κατανοητὸ
απ΄ ὅλους μας ὅτι ἡ μεγάλη δωρεὰ τῆς συγχωρήσεώς μας βρίσκεται μὲν στὰ
χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐνεργοποιεῖται ἀπὸ τὴν θέληση τὴν δική μας.
Ἃς μὴ σταματᾶ λοιπὸν τὸ βλέμμα τῆς
καρδιᾶς μᾶς μόνο στὸν πνευματικὸ νόμο τῆς συγχωρήσεως διὰ τοῦ ἱεροῦ
μυστηρίου, ἂλλ΄ ἃς περνᾶ καὶ στὴν δευτέρα πράξη τοῦ πνευματικοῦ νόμου,
στὴν συγχώρεση δηλ. τοῦ “συναδελφού” μας.
Ἡ δευτέρα, ἢ μᾶλλον ταυτόχρονη
ὁλοκάρδια πράξη τῆς ἀγάπης, ἐνεργοποιεῖ τὴν πρώτη καὶ ἔτσι ἔρχεται τὸ
εὐλογημένο ἀποτέλεσμα. Ἐὰν ὅμως κανεὶς ἐπιμένει στὴν ἄρνηση αὐτῆς τῆς
ἀγάπης, τότε δὲν ἔχει παρὰ νὰ σταθεῖ στοὺς δύο τελευταίους στίχους τῆς
Εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἴδιου του Ἰησοῦ θριματίζουν
κάθε πάγο καὶ σαρώνουν κάθε “λογικὴ” ἀντίρρηση ποὺ μπορεῖ νὰ φέρει ὁ
ἐσκοτισμένος νοῦς.
Στὸ χέρι λοιπὸν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ
δεχθεῖ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ὡς ὁλοκληρωτικὴ δωρεὰ συγχωρήσεως
καὶ προσαυξήσεως χάριτος, καὶ στὸ χέρι τοῦ εἶναι πάλι νὰ βιώσει τὴν
“ὀργήν” τοῦ Κυρίου του, περνώντας “τοῖς βασανισταῖς ἕως οὐ ἀποδῶ πᾶν το
ὀφειλόμενον αὐτώ”. Ἀλλὰ θὰ μπορέσει ποτὲ νὰ πληρώσει; Δυστυχῶς! Εἶναι
χρέος ἀνεξόφλητον. Εἶναι δυνατὸν ποτὲ ἕνας πάμπτωχος δοῦλος νὰ πληρώσει
χρέος ἑκατοντάδων ἑκατομμυρίων; Ἂλλ΄ εἶναι πολὺ περισσότερο ἀδύνατον νὰ
ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ τεράστιο βάρος τῶν ἁμαρτιῶν του, καὶ μάλιστα
ὅταν παρέλθει ἡ παροῦσα ζωή. Αὐτὸ μόνο μὲ τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ
πληρώνεται. Ἀλλὰ αὐτὴ τὴ θυσία ὁ ἄνθρωπος τοῦ μίσους τὴν καταπάτησε καὶ
τὴν ἀρνήθηκε. Ἔδειξε διαγωγὴ ἐντελῶς ἀντίθετη πρὸς τὸ νόμο καὶ τὴ
διαγωγὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ζητᾶ νὰ συγχωροῦμε πρῶτα ὥστε νὰ
συγχωρεθοῦμε στὴ συνέχεια.
Ἀδελφοί μου. Ἡ πνευματικὴ ζωή, δηλ. ἡ
Ὀρθόδοξος πνευματικότης, στηρίζεται μὲν στὴν Πίστη ἀλλὰ ταυτοχρόνως
οἰκοδομεῖται στὴν Ἀγάπη. Τὸ δὲ χειρότερο ἂπ΄ ὅλα τα ἁμαρτήματα εἶναι το
νὰ μὴ συγχωροῦμε τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο.
Καὶ ἃς μὴ ξεφεύγει ποτὲ ἀπὸ τὸ νοῦ μας
ὅτι καθημερινῶς ἐμεῖς οἱ ἴδιοι φέρουμε ἐπάνω μας διὰ τῆς Κυριακῆς
Προσευχῆς μιὰ μεγάλη εὐχὴ ποὺ ἐὰν δὲν προσέξουμε μπορεῖ νὰ ἀποβεῖ σὲ
μεγάλη κατάρα. Ποιὰ τώρα εἶναι αὐτή; “Και ἅφες ἠμὶν τὰ ὀφειλήματα ἠμῶν,
ὡς καὶ ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμών” (Ματθ. στ΄ 12).
Ἀμήν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου