Ο
σοφός Παροιμιαστής προτρέπει νά είναι ή διαγωγή μας ένώπιον τού Θεού και
ένώπιον τών άνθρώπων έπαινετή: «Προνού καλά ένώπιον Κυρίου και άνθρώπων»
(Παροιμ. γ' 4). Παραπλήσιες προτροπές άπευθύνει και ό άπόστολος Παύλος στήν
πρός Ρωμαίους έπιστολή, όπου γράφει: «Προνοούμενοι καλά ένώπιον πάντων άνθρώπων» (Ρωμ. ιβ' 17). Άλλά και στή
Β' πρός Κορινθίους έπιστολή: «Προνοούμενοι καλά ού μόνον ένώπιον Κυρίου, άλλά
και ένώπιον άνθρώπων» (Β' Κορ. η' 21).
Ή κύρια έννοια τών τριών αύτών παραλλήλων
χωρίων είναι τό νά προσέχουμε στή ζωή μας, στις συναναστροφές και τή
συμπεριφορά μας και νά δίνουμε καλές έξετάσεις ένώπιον Θεού και άνθρώπων.
Πότε δίνουμε καλές έξετάσεις ένώπιον τοΰ Θεού;
"Οταν ζούμε ζωή άληθινής θεοσέβειας. Ένας άρχαίος έρμηνευτής, ο Προκόπιος
Γαζαίος, παρατηρεί: «Πρό πάσης άλλης έννοίας, διανοού έμπροσθεν μέν Θεοϋ τό
πρός αύτόν εύσεβές». Πρίν άπό κάθε άλλη σκέψη σου, σκέψου πώς θα έκδηλώσεις τήν εύσέβειά σου στόν Θεό. Και ό
άπόστολος Παϋλος στήν πρός Τίτον έπιστολή του μάς προτρέπει νά ζήσουμε στήν
παρούσα ζωή μέ εύσέβειά (β' 12). Τότε είναι έπαινετή ή διαγωγή μας ένώπιον τού
Θεού, όταν άπ' όλα πιο πολύ μάς άπασχολεί «ή τού Θεού εύαρέστησις», όταν
καλλιεργούμε ένθεο ζήλο και άγάπη πρός τόν Θεό, όταν έχουμε τήν άσφαλή
πληροφορία τής άγαθής συνειδήσεως ότι πορευόμαστε σύμφωνα μέ τό άγιο θέλημα
τού Θεού.
Ό άπόστολος Παϋλος είχε τήν παρρησία νά λέει:
«Έγώ πάση συνειδήσει άγαθή πεπολίτευμαι τώ Θεώ» (Πράξ. κγ' 1). Τόν πληροφορούσε
ή άγαθή του συνείδηση ότι ζούσε σύμφωνα μέ τό θέλημα τού Θεού, «τό άγαθόν και
εύάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. ιβ' 2). Ποθούσε νά είναι σέ όλη του τή ζωή
«δούλος Θεού» (Τίτ. α' 1) και νά ύπηρετεί τόν Κύριο μέ πλήρη αύταπάρνηση.
Τό φωτεινό του παράδειγμα νά άκολουθοΰμε κι
έμείς. Νά εύθυγραμμίζου-με τή ζωή μας σύμφωνα μέ τό θέλημα τοϋ Θεού. Νά
βαδίζουμε μέ συνέπεια τήν όδό τοϋ άγιασμού. Νά ζούμε μέ άληθινή θεοσέβεια!
Πότε δίνουμε καλές έξετάσεις ένώπιον τών
άνθρώπων; Όταν είμαστε εύεργετικοί, χρήσιμοι και ώφέλιμοι στούς άλλους! Ό
έρμηνευτής Προκόπιος Γαζαΐος σημειώνει ότι οφείλουμε «έμπροσθεν τών άνθρώπων»
νά καλλιεργούμε «τό πρός αύτούς εύεργετικόν». Κι ό άπόστολος Παύλος παρακινεί
στήν πρός Τίτον έπιστολή του νά φερόμαστε στούς συνανθρώπους μας μέ δικαιοσύνη
(β' 12), πού σημαίνει ότι ούτε στή ζυγαριά θά τούς κλέβουμε, ούτε μέ
ύπέρογκες τιμές θά πωλούμε τά προϊόντα μας, οϋτε θά νοθεύουμε τά προϊόντα μας,
ούτε τήν τέχνη μας θά τήν ψευτίζουμε. Άλλά θά είμαστε εύσυνείδητοι στό καθήκον
μας, τίμιοι στήν έργασία μας, ειλικρινείς στις συναλλαγές μας, έλεήμονες και
πονετικοί στούς συνανθρώπους μας. Κι όλα αύτά δέν θά τά κάνουμε άπό έπίδειξη ή
άπό άνθρωπαρέσκεια, άλλά «έκ ψυχής», «ώς τώ Κυρίω», σάν νά τά κάνουμε στόν ίδιο
τόν Κύριο (Εφεσ. ς' 6-7).
'Επίσης νά προσέχουμε, «ώστε μηδενί διδόναι
πρόφασιν σκανδάλου». Νά μή δίνουμε σέ κανέναν άφορμή νά μάς κατηγορήσει ούτε
γιά πλαστογραφίες, ούτε γιά άπόκρυψη άληθών στοιχείων, ούτε γιά ψεύδη, ούτε
γιά θυμούς, ούτε γιά άσεμνο ντύσιμο, ούτε γιά προκλητική συμπεριφορά.
Κι άκόμη νά προσέχουμε οί λόγοι μας νά είναι
γλυκείς, γιά νά μήν πληγώνουν τούς άλλους. Νά είναι «άλατι ήρτυμένοι», άλατισμένοι, γιά νά νοστιμίζουν και νά
οικοδομούν. Τά αίσθήματά μας νά είναι φιλάδελφα πρός τούς συνανθρώπους μας. Οί
άλλοι άνθρωποι διαισθάνονται άν τούς άγαπάμε άληθινά ή ύποκριτικά, άν είμαστε
ειλικρινείς ή άνειλικρίνεις, άν έχουμε ιδιοτέλεια ή άνιδιοτέλεια, άν έχουμε
άγαθό ή πονηρό λογισμό.
Μέ δυό λόγια φροντίζουμε ώστε οτιδήποτε λέμε
ή κάνουμε νά είναι «εις διδασκαλίαν» και «πρός οίκοδομήν» τών συνανθρώπων μας
(Ρωμ. ιε' 2, 4), νά συμβαδίζουν τά λόγια μέ τά έργα μας, νά δίνουμε καλή
μαρτυρία, νά είμαστε «έπιστολή Χριστού», «γινωσκομένη και άναγινωσκομένη ύπό
πάντων άνθρώπων» (Β' Κορ. γ' 2-3). Καταβάλλουμε φιλότιμη προσπάθεια
νά είναι ή διαγωγή μας άψογη ένώπιον τοϋ Κυρίου και ένώπιον τών άνθρώπων.
Άν δέν δίνουμε καλές έξετάσεις ένώπιον Θεού
και άνθρώπων, γινόμαστε άφορμή νά κακοσυσταίνεται τό Εύαγγέλιο και νά
βλασφημείται τό όνομα τοϋ Θεού στά έθνη. «Τό όνομα τοϋ Θεού δι' ύμάς
βλασφημείται έν τοις έθνεσι» (Ρωμ. β' 24). Ενώ, άντίθετα, άν
άκτινοβολούμε τό φώς τοϋ Χριστού, δημιουργούμε άτμόσφαιρα γαλήνης και ειρήνης
στό περιβάλλον μας, ζεστασιά στις άνθρώπινες σχέσεις, στηρίζουμε τούς νέους
στόν άγιο φόβο τοϋ Θεού, δείχνουμε σέ όλους άγάπη και καλοσύνη και γινόμαστε
άφορμή νά δοξάζεται τό άγιο όνομα τοϋ Θεοΰ. Διότι βλέπουν οί άνθρωποι τά καλά
έργα μας και δοξάζουν «τόν πατέρα ήμών τόν έν τοις ούρανοίς» (Ματθ. ε' 16).
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου