Φωτογραφία «Ῥωμαίικου
Ὁδοιπορικοῦ», μὲ θέα τὴν Ἁγία Ἄννα τοῦ Ἁγίου Ὅρους
Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
(Μαρκ. Ἡ' 34-Θ' 1)
Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ συνοψίζει ὁλόκληρο τὸ κεφάλαιο τῆς πίστεως, πιστοποιώντας τὴν ἀνάσταση καὶ ὁδηγώντας πρὸς τὴ σωτηρία.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι γιὰ τὸν ἄνθρωπο
ποὺ ζεῖ μέσα στὴν ὅλη ἀτμόσφαιρα τῆς πτώσεως καὶ τῶν παθῶν, ὁ ξεκάθαρος λόγος
τοῦ Κυρίου περὶ τῆς ἄρσεως τοῦ σταυροῦ, ἴσως φαίνεται σκληρὸς καὶ βαρύς. Ὅμως,
οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ βίωσαν αὐτὴ τὴν ζωή, στὴν ὁποία προηγεῖται ὁ
πόνος τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ ἐπέλθει ἡ βιωματικὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἀποδεικνύουν ὅτι
μόνο δι' αὐτῆς τῆς ὁδοῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ὁδηγηθεῖ καὶ νὰ...
φθάσει στὸν
προορισμό του. Στὸν ὑψηλὸ προορισμὸ τῆς Χριστοποιήσεως καὶ τοῦ ἐξαγιασμοῦ.
Αὐτὴ εἶναι ἡ σώζουσα
πραγματικότητα καὶ ἐὰν θέλουμε νὰ μὴ βρισκόμαστε μέσα σὲ φάσματα ἀληθείας ποὺ
στὴν καλυτέρα τῶν περιπτώσεων ὁδηγοῦν τὸν πιστὸ σὲ ἕνα νόθο θρησκευτικὸ
συναισθηματισμό, εἶναι ἀνάγκη νὰ συνειδητοποιήσουμε αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο τοῦ
σταυροῦ. Χρειάζεται δηλ. νὰ εἴμαστε ἀποφασισμένοι νὰ τὰ θυσιάσουμε ὅλα. Ἀκόμα
καὶ αὐτὸν τὸν θάνατο ἐὰν χρειαστεῖ νὰ τὸν συναντήσουμε μὲ θάρρος, χάριν τῆς
σωτηρίας τῆς ψυχῆς μας.
Ὅμως, οὐδέποτε θὰ φθάσει ὁ πιστὸς
σὲ ἱκανοποιητικὰ ἐπίπεδα πίστεως, καθάρσεως καὶ φωτισμοῦ, ἐὰν πρῶτα δὲν
συνειδητοποιήσει τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς του. Τοῦτο πραγματοποιεῖται ὄχι μόνο ὅταν
σκεφθοῦμε πὼς φεύγοντας ἡ ψυχή, τὸ σῶμα μένει ἀκίνητο καὶ νεκρό, ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ
τὴν ἐρώτηση ποὺ θέτει ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ ποὺ ἀκοῦμε στὸ Εὐαγγελικό μας ἀνάγνωσμα: “τί
ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδίσει τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθεῖ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;”. Ὁλόκληρος
ὁ κόσμος μὲ ὅλα του τὰ ἀγαθὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀντισταθμίσει τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς.
Οὐδένα ἀντάλλαγμα ἰσάξιον τῆς ψυχῆς
θὰ ὑπάρξει ποτέ. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια ὅσο κι ἂν ὁρισμένοι κλείνουν τοὺς ὀφθαλμοὺς
τους ἐνώπιόν της. Ἀλλὰ ἐὰν πολλοὶ κουράζονται, ὑποβάλλονται σὲ ποικίλες θυσίες
καὶ πράττουν τὸ πᾶν, δίνοντας ἀκόμα καὶ αὐτὴν τὴ ζωή τους γιὰ ν' ἀποκτήσουν
κάτι τὸ πρόσκαιρο, τὸ παροδικὸ καὶ ἐφήμερο ποὺ θέλοντας καὶ μὴ θὰ τὸ ἐγκαταλείψουν
τὴν ὥρα τοῦ θανάτου τους, εἶναι δυνατὸν οἱ πιστοί, τὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
νὰ ἀρνούμαστε τὶς θυσίες προκειμένου νὰ σωθεῖ ἡ ἀνεκτίμητη ψυχή μας;
Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ συγκλονίζει ὅταν ὁ
ἄνθρωπος, ἔστω καὶ στὸν ἐλάχιστο βαθμὸ τὸ συνειδητοποιεῖ (διότι εἶναι ἀδύνατον
νὰ γίνει κατανοητὸ ἐξ' ὁλοκλήρου), εἶναι ὅτι γιὰ νὰ ξεπλυθεῖ, δηλ. γιὰ νὰ σωθεῖ
ἡ ψυχή μας, ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας, ἔδωσε τὸ αἷμα του ἐπάνω στὸ ξύλο
τοῦ σταυροῦ.
Εἶναι τόσο πολύτιμη ἡ ψυχή μας, ὥστε
δὲν ὑπῆρξε ἄλλο λύτρο ἱκανὸ γιὰ νὰ δοθεῖ ὥστε νὰ λυτρωθεῖ αὐτή. Νὰ ἐλευθερωθοῦμε
καὶ ν' ἀποκτήσουμε καὶ πάλι τὴν υἱοθεσία ποὺ διὰ τῆς παρακοῆς εἴχαμε χάσει.
Γράφοντας στὴν Α' καθολική του ἐπιστολὴ
ὁ Ἀπ. Πέτρος περὶ τῆς ἀνάγκης, δηλ. τῆς εὐλογίας του νὰ ζοῦμε μὲ ἁγιότητα, μὲ φόβο
Θεοῦ καὶ ἀγάπη, τονίζει μεταξὺ τῶν ἄλλων: “εἰδότες ὅτι οὐ φθαρτοῖς, ἀργυρίω
ἢ χρυσίω, ἐλυτρώθητε ἐκ τῆς ματαίας ὑμῶν ἀναστροφῆς πατροπαραδότου, ἀλλὰ τιμίω
αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ” (Α' Πέτρ. α΄18-19). Δηλ.
πρέπει νὰ ζεῖτε καὶ νὰ συμπεριφέρεσθε μὲ φόβο Θεοῦ, διότι γνωρίζετε καὶ δὲν
πρέπει ποτὲ νὰ τὸ ξεχνᾶτε ὅτι ἐλευθερωθήκατε ἀπὸ τὴ μάταιη διαγωγὴ καὶ
συμπεριφορὰ ποὺ εἴχατε, καὶ τὴν ὁποία κληρονομήσατε ἀπὸ τοὺς προπάτορές σας, καὶ
ἐξαγορασθήκατε ὄχι μὲ λύτρα φθαρτά, δηλ. μὲ ἀσημένια καὶ χρυσὰ νομίσματα, ἀλλὰ
μὲ τὸ πολύτιμο αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσφέρθηκε θυσία ὡς αἷμα μικροῦ ἀρνιοῦ
τελείως ἀμόλυντου καὶ καθαροῦ ἀπὸ κάθε κηλίδα ἁμαρτίας.
Ἀλλὰ ἡ ἀνυπέρβλητη καὶ ἀδιανόητη
γιὰ τὸν ἄνθρωπο αὐτὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ὑπαγορεύει καὶ τὸν πόνο ποὺ
χρειάζεται νὰ βαστάσουμε, ἐὰν θέλουμε νὰ περάσουμε στὴν πορεία τοῦ καθ' ὁμοίωσιν
καὶ τελικῶς νὰ σώσουμε τὴν ψυχή μας. Ὥστε χρειάζεται καὶ κόπος στὴν πνευματικὴ
ζωή; Ἴσως ἐρωτήσει κάποιος ποὺ βλέπει τὸ θέμα ἀπὸ τὴν θεωρητική του μόνο
πλευρά. Μά, εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει θυσία, ἔστω καὶ ἡ μικρότερη στὴ ζωή μας ποῦ
νὰ εἶναι ἀποσυνδεδεμένη ἀπὸ τὸν ἀνεπιθύμητο πόνο; Ἐὰν ναί, τότε δὲν μπορεῖ νὰ
γίνεται λόγος καν περὶ θυσίας. Ἀγωνιστικὴ διάθεσις καὶ Χριστιανικὴ ζωὴ ποὺ δὲν
κοστίζει στὸν πιστὸ δὲν εἶναι παρὰ “εἰκονικὴ πραγματικότητα”.
Καὶ αὐτὴ τὴν πτυχὴ τῆς
πραγματικότητας θὰ πρέπει νὰ τὴν βάλουμε γιὰ τὰ καλὰ στὴν καρδιά μας ἐὰν
θέλουμε νὰ ἔχουμε “προκοπήν βίου καὶ πίστεως καὶ συνέσεως πνευματικῆς”.
Ἀλλὰ στὸ σημεῖο ποὺ μᾶς ὁδήγησε ὁ
λόγος τοῦ Σταυροῦ θὰ πρέπει νὰ σταθοῦμε ὥστε νὰ δοῦμε λίγο βαθύτερα τὴν ἔννοια
τοῦ πόνου καὶ τῆς θυσίας σὲ σχέση μὲ τὸν προσωπικό μας καταρτισμό. Τῆς θυσίας
καὶ τοῦ πόνου μὲ τὴν διπλή τους πάντοτε μορφή. Τὸν ἀγώνα δηλ. καὶ τὴν
προσπάθεια ἐναντίον τόσο τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, ὅσο ἰδίως ἐναντίον τοῦ κακοῦ καὶ
ἁμαρτωλοῦ μας ἑαυτοῦ.
Θὰ λέγαμε ὅτι ἡ θυσία ὡς ἀκατάπαυστος
τρόπος ζωῆς, συνοψίζει καὶ συνέχει ὅλες τὶς εὐλογημένες παραμέτρους τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
ζωῆς. Ἀποτελεῖ οὐσία τῆς ὀρθοδόξου ζωῆς ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τὸ κηρύσσει ἄνευ
περιστροφῶν: “Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἐαυτόν”. Αυτή τὴν
ἄρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας συνακολουθεῖ ἡ ἄρσις τοῦ σταυροῦ μὲ ὅ,τι βεβαίως αὐτὸ
συνεπάγεται καὶ ποὺ δρομολογεῖ ἀκολουθία καὶ συνοδοιπορία μὲ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ.
Θὰ ἀποτελοῦσε κοινὸν τόπο ἐὰν
θελήσουμε νὰ ἀναφερθοῦμε εἰδικῶς σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς κακὲς ἕξεις, τὶς ἀδυναμίες
καὶ τὰ φανερὰ ἢ κρύφια πάθη ποὺ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀντιμετωπίσουμε καὶ πολλὲς φορὲς
νὰ ματώσουμε καὶ γιατί ὄχι νὰ πονέσουμε σὲ μεγάλο βαθμό. Ἄλλωστε ὅσοι βιώνουν τὴν
χριστιανικὴ ζωὴ στὸ πρῶτο στάδιο τῆς καθάρσεως, ἀντιλαμβάνονται καὶ κατανοοῦν
πολὺ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὅσα καταγράφονται.
Τοῦτο μόνο λέμε στὸ σημεῖο αὐτό. Ἡ
ἀρχὴ τῆς θυσίας γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ξεκινᾶ μὲ τὸν σταυρὸ τῆς
αὐταπαρνήσεως. Ναί, αὐταπάρνησις. Δύσκολη μέν, ἀναγκαία δὲ γιὰ τὸν ἀγώνα μας, ἀφοῦ
μετὰ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἡ ἁμαρτία ἔγινε ἕνα μὲ τὸ “εἶναι” μας. Λόγω δὲ
τοῦ ὄτι “ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ
νεότητος αὐτοῦ” (Γεν. Η' 21), ἡ αὐταπάρνησις μὲ τὸ πνεῦμα τῆς θυσίας
χρειάζεται νὰ διαποτίσει τὴν συνείδηση ὥστε τελικῶς νὰ ἀπαλλαγεῖ ἡ ψυχή μας ἀπὸ
τὸ κακὸ καὶ νὰ ξεφύγει ἡ ὕπαρξή μας, ὅσο τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὴν ἁμαρτητικὴ ροπή.
Ἐννοεῖται δὲ ὅτι τὸν σκληρὸ αὐτὸ ἀγώνα
τῆς αὐταπαρνήσεως συνακολουθεῖ ἀπὸ τὴν ἄλλη καὶ ὁ ἰσοστάσιος ἀγώνας ἐναντίον τοῦ
“ἁμαρτωλοῦ κόσμου”. Ἡ θεόπνευστη φράση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου: “Μὴ ἀγαπᾶτε
τὸν κόσμον, μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμω” (Α' Ἰωάν. Β' 15), δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέπουμε
ποτὲ νὰ ξεθωριάζει ἀπὸ τὸ κεφάλαιο τῆς Χριστοήθειας, ὅπως ἀναπτύσσει στὸ θέμα αὐτὸ
καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Ἀλλ' ὁ σταυρὸς ὡς αὐταπάρνησις καὶ
θυσιαστικὴ ζωή, σταματᾶ ὄχι μόνο στὸ πρῶτο βάθρο τῆς καθάρσεως, ἀλλὰ διαπερνᾶ
νικηφόρος ἕως καὶ αὐτὴ τὴν κατάσταση τῆς θεώσεως, ἐπευλογώντας καὶ ἐνδυναμώνοντας
τὴν ὕπαρξη. Ἐδῶ πρόκειται περὶ καταστάσεων ποὺ εἶναι ἀδιανόητες καὶ ἀσύλληπτες
γιὰ ὅσους δὲν ἔχουν ἀποφασίσει ἀκόμα νὰ ξεκινήσουν ἢ βρίσκονται ἤδη στὴν ἀρχὴ τῆς
πνευματικῆς τους πορείας. Τοῦτο δὲ διότι ὄχι μόνο δὲν παύει ἡ θυσία ὅσο ἀναπνέει
ὁ ἄνθρωπος ἀλλὰ προϊόντος τοῦ χρόνου καὶ ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς ὡριμάνσεως, ὁ
Σταυρὸς ὡς τρόπος ζωῆς, ὡς θυσία καὶ πόνος γίνεται ποθητὸς στὴν καρδιὰ ποὺ
πυρπολεῖται ἀπὸ τὸ λατρευτὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ ἐὰν προσέξει κανεὶς τὴν ζωὴ
τῶν ἐκλεκτῶν ψυχῶν ποὺ σταθερὰ βαδίζουν τὴν ὁδὸν τῆς ἁγιότητος, πολὺ εὔκολα θὰ
διαπιστώσει ὅτι κάθε φορᾶ ὁ Θεὸς τοὺς ζητὰ καὶ νέα θυσία. Χαρίζει νέο σταυρὸ καὶ
ἀναμένει νέα αὐταπάρνηση. Ἄλλωστε, ἡ ψυχὴ ποὺ ἀγωνίζεται δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ
θέλει ἐκεῖνο ποὺ θέλει καὶ ὁ Νυμφίος της. Νὰ ὑποτάσσει τὴν θέλησή της στὴν δική
του θέληση, γνωρίζοντας ὅτι ὁ δρόμος εἶναι μὲν κακοτράχαλος καὶ ἀνηφορικός, ἀλλὰ
στὴν κορφὴ προσμένει ὁ πρωτομάρτυρας τῆς θυσίας. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἑπομένως, τὸ νὰ λιτανεύει κανεὶς
τὸν μετρημένο στὰ δικά του μέτρα σταυρό, τοῦτο ἀποτελεῖ τὴν μεγαλύτερη εὐλογία
ποὺ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ δεχθεῖ, γνωρίζοντας ὅτι αὐτὴ ἡ ἐσταυρωμένη ἀγάπη στοὺς
σταυροφόρους πιστούς, χαρίζει “ἀντὶ τῶν φθαρτῶν τὰ ἄφθαρτα· ἀντὶ τῶν
προσκαίρων τὰ αἰώνια· ἀντὶ τῶν ἐπιγείων τὰ ἐπουράνια”. Ἀμήν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου